Προειδοποιώ για να μην τα κάψω τα τραγούδια τέτοια διαμάντια
που είναι, ότι με την πολυλογία μου κάποιος στην πορεία μπορεί να βαρεθεί και
να μη τα’ ακούσει, να κάνει τουλάχιστον ένα σκρολ και να πατήσει το πλει πριν
και αν ξεκινήσει να διαβάζει τα παρακάτω...
Τα πολύ παλιά χρόνια που έγραφα για κάτι παλιοπεριοδικά,
ήταν μια εποχή που επιτέλους κι εγώ μπορούσα να μουρμουρίζω καμιά φορά για τον
τρόμο του συγγραφέα μπροστά στη θέα της λευκής σελίδας.
Έπρεπε να βρω να
γράψω κάτι για κάτι, και άντε πες το θέμα το βρίσκεις η στο βρίσκουν εύκολα,
ποιος κάθετε μετά να το γράψει? Άσε που αν στο βρούνε και δεν σ΄ αρέσει και
πολύ το εμπόδιο φαντάζει αξεπέραστο σε βαθμό που να λιποψυχάς και σαν τον
ελεεινότερο ρίψασπι μαζεύεις τον χειρότερο όλων των φίλων και σέρνεσαι μέχρι το
πλησιέστερο ζυθοπωλείο να παραδοθείς στου κριθαριού και του λυκίσκου την
λήθη …Νεολαία τι να πεις…
Η σκέψη για το εξτραδάκι (σλουρπ) που θα έσκαγε από
τον…εκδότη (!!!) στο τέλος του μήνα και θα συμπλήρωνε τις μπύρες (γνιαμ
γνιαμ) κατάφερνε τελικά να με φέρνει στα συγκαλά μου και έτσι η άσπρη σελίδα
γέμιζε κάποιο βράδυ (το τελευταίο της διορίας κατά κανόνα) με αριστουργήματα
που θα έμεναν στην ιστορία σαν η πρώιμη ακατέργαστη μα και πλέον ουσιαστική και
ρηξικέλευθρη περίοδος της θαυμαστής
πορείας μου στον χώρο της τέχνης. Εγέρθητου!!!
Τώρα όμως? Τώρα που τίποτα δεν πρέπει και ούτε ο χρόνος
πιέζει, ούτε εξτραδάκι παίζει (κλάψ, λιγμ), και στ’ αρχίδια σου και στα αρχίδια
τους άμα δεν γράψεις για το τι κομματάρες άκουγες πριν χρόνια, ή για το ωραίο γκρουπάκι
από το Βέλγιο η από του διαόλου την μάνα ποιος νοιάζεται, που πιάνεις πάλι στα
πράσα το αυτί σου να ακούει ειδήσεις στο ραδιόφωνο σκοτώνοντας ξανά αυτόν έστω τον λίγο ρεμβασμό , που ο χειρότερος των φίλων τέτοια ώρα νανουρίζει τα παιδιά του, και
τα λεφτά για το ζυθοπωλείο αρνούνται να γίνουν βορά στις ανίερες ορέξεις της
κοιλιάς κι αυτού του αδιόρθωτου μυαλού, και προτιμάνε να βρουν άλλη στέγη σε
αγκαλιές που φοράνε κουστούμια – για την ακρίβεια στις τσέπες των κουστουμιών-
τώρα τι κάνεις?
Για σας δεν ξέρω, πάντως εγώ άνοιξα μια Βεργίνα και έχω
γράψει ήδη ολόκληρο κατεβατό έχοντας σαν εκκίνηση έναν δίσκο 5 κομματιών, μιας μπάντας
που μόλις πριν λίγο άκουσα…Και επειδή είναι όντως αδιόρθωτο, όσοι από σας
ηρωικά και ανέλπιστα συνεχίζετε την ανάγνωση, διαβάστε και το πρώτο μέρος του
κειμένου, που αναμφισβήτητα δείχνει την πτώση αυτής της άλλοτε κραταιάς και ιστορικής
πένας, κανείς όμως ακόμη και από τους πιο εμπαθείς πολέμιους της δεν μπορεί ν’
αρνηθεί, ότι πίσω από τις λέξεις πλανάται μια παρακμιακή γοητεία, που κάνει το
παρόν έργο ένα ακόμη απαραίτητο, απολαυστικό και βρώμικο ανάγνωσμα, από αυτά
που τον καθιέρωσαν στα παγκόσμια γράμματα, και θα υπάρχει σίγουρα μέσα στη πολύαναμενόμενη μετά την Deluxe έκδοση:
saunterer - Selected Works, Platinum Edition!
Πάντα ήθελα να γράψω σε τρίτο πρόσωπο για τον εαυτό μου,
ξέρεις ο saunterer γεννήθηκε κάπου στον κόσμο μια νύχτα με γεμάτο φεγγάρι την
ώρα που λυσσομανούσε η θύελλα, σφράγισε
τον όρκο του πίνοντας απ’ το ίδιο ποτήρι ένα μείγμα από ρούμι, χώμα
νεκροταφείου και αίμα κόκορα στον ήχο των ταμπούρλων, ύστερα σπούδασε στη
μεγάλη του γένους σχολή, έκανε βιοποριστικά δουλειές κάθε είδους (αυτό να
τονίζεται γιατί προσθέτει στο λαϊκό μου προφίλ), έκανε αυτό, έκανε εκείνο, γαμάει και δέρνει, θέλει
να ταξιδέψει μμμ κάτσε να σκεφτώ, βαριέμαι τώρα δε μου ‘ρχεται…δε γαμιέται
βάλε Σιβηρία (κι αυτό να τονίζεται, διακριτικά μεν, μα να πιάνει ο άλλος
το νόημα: άκου ρε βλάκα που θέλω να ταξιδέψω ΕΓΩ, και να νιώθει μειονεκτικά αν
αυτός έχει κάνει άλλη πιο προβλέψιμη επιλογή), βάλε και κανα παράξενο χόμπι,
κόπι πέιστ ένα καλό ρητό μεγάλου γενειοφόρου ντεκαντανσ ανδρός, και μένει κάτι για το τι
κάνω τώρα, κάτι έτσι να αφήνει υποσχέσεις ρε πούστη μου…λοιπόν...παίρνω στοχαστικό ύφος, ανάβω τσιγάρο
-φυσικά- και αφήνομαι στην περισυλλογή του τέλους…θα το βρω που να πάρει και θα πάθετε πλάκα
οκ?
Ως τότε εσείς ναι, ήρθε η ώρα που μπορείτε να διαβάσετε δωρεάν -ω τυχεροί-
τι είχα ξεκινήσει να γράφω για τους Black Spires…
Κάπως σαν να ακούς τους Black Angels ζαλισμένους από (βέλγικο) κριθάρι
και όχι από χορτάρι. Μάλλον και τα δύο μαζί σε υπερβολική ποσότητα. Η μήπως οι Pixies ψυχεδελιασμένοι
και μάλιστα σε bad trip?
Καμιά εξυπνάδα για τους Big Black ήθελα να γράψω αλλά δε μου βγαίνει και βαρέθηκα να σκέφτομαι
οπότε πάω παρακάτω.
Οι ενισχυτές φυσικά είναι στο τέρμα, και τις χορδές δεν τις
ακούω καθόλου καλά από το κιθαροσκόπιο που μου έχει δανείσει ο Dr. Benway στην τελευταία μας συνάντηση
παρόντος του Επιθεωρητή Λή που είχε καιρό να εμφανιστεί κι εγώ ακόμη
περισσότερο να τον μνημονεύσω. Δεν ήρθε φυσικά με άδεια χέρια. Αφού πρώτα
έβγαλε και ακούμπησε το πιστόλι στο τραπέζι δίπλα σε μια σακούλα φαρμακείου με
όλα τα απαραίτητα, φανέρωσε κλείνοντας το μάτι συνωμοτικά και αυτό το EP.
Αλλά κάτι έλεγα για τις κιθάρες…λοιπόν ναι δεν τις ακούω
καλά…έχουν ακροαστικά, αλλά αυτό είναι το λιγότερο. Το ίδιο το νήμα της ζωής τους
κρέμεται κυριολεκτικά κάθε επόμενο δευτερόλεπτο από το βάρβαρο γρατζούνισμα των Black Spires.
Εθισμένα ανεπανόρθωτα στον θόρυβο τα παιδιά, μονολογεί ο
Δόκτορ κουνώντας σκεφτικός το κεφάλι και λιμάροντας το σκουριασμένο νυστέρι που
συνηθίζει να χρησιμοποιεί στις εγχειρήσεις. Αυτό θα είναι και η καταστροφή τους
τελειώνει την φράση του φτύνοντας στο πάτωμα.
Βασικά είδα μαύρο εγώ στην αρχή και μπήκα…Απ’ τότε που
άκουγα Black Sabbath έχω μια έφεση σε παρεμφερή ονόματα, όσες μαύρες παπάρες κι
αν έχουν υποστεί τα καταπονημένα αυτιά μου στην πορεία. Και αφού μπήκα δεν
ήθελα να ξαναβγώ. Αν αυτά τα πέντε κομμάτια, δεν αποτελούν ολοκληρωμένη δουλειά
αλλά ανεπίσημο EP, συλλογή από demos,
τότε είμαι αληθινά πάρα πολύ περίεργος για το πώς θα ακουγόταν ένα κανονικό LP τους. Ειδικά όταν βάζω να
ξανακούσω το Exit και το Smoking Out The Coward…
Αυτό με την προϋπόθεση ότι δεν το έχουν διαλύσει από τον
περασμένο Ιούλιο που ανέβασαν τα τραγούδια τους στο bandcamp.