Τετάρτη 31 Αυγούστου 2011

proverbs for paranoids



…τόσο καλά έχουν καταπατήσει τα καταπράσινα λιβάδια του μυαλού του, τα έχουν οργώσει και σπείρει, και τον έχουν επιδοτήσει για να μη φυτεύει εκεί τίποτε δικό του…


η αλλιώς, λίγο παρακάτω:

Παροιμίες για Παρανοϊκούς, 3: αν σε καταφέρουν να κάνεις λάθος ερωτήσεις, δεν χρειάζεται να ανησυχούν για τις απαντήσεις. 

text: Επίσης απειροελάχιστο απόσπασμα από το…1002 σελίδων συγγραφικό οργασμό του Thomas Pynchon, Το Ουράνιο τόξο της βαρύτητας, μετάφραση (για βαρέα και ανθυγιεινά) Γιώργος Κυριαζής, εκδόσεις Χατζηνικολή, 1998.

music: Tall Boys – Final Kick από το ομώνυμο 7”, Big Beat Records, 1985


Δευτέρα 29 Αυγούστου 2011

Sunnyboys - Let You Go

Την θυμάμαι πάντα την πρώτη φορά….Ήταν κάπου στην μέση μιας κασέτας που από τα χέρια ενός νεοσυλλέκτου τόσο τυχερού ώστε να υπηρετεί μαζί με κάποιο antipodean junky τότε, βρέθηκε στα decks της συνοικιακής καφετερίας που πηγαίναμε μετά το σχολείο.
Το αφεντικό πολλές φορές ξεχνούσε να την αλλάξει και έπαιζε με τις ώρες συνεχόμενα.
Τόσο το καλύτερο για μας τα διψασμένα για τέτοια μουσική τσογλάνια!
Είχε κι άλλα ωραία, κάτι Wet Taxis και Pel Mel, κάτι Ed Kuepper και Tactics, κάτι παρόμοια άρτι προσγειωμένα απ’ το διάστημα όπως μας φαινότανε τότε.
Αλλά το Let You Go…το Let You Go…με την κιθάρα να κλαίει όποτε σταματάει να τα χώνει, και την αφήνει μονάχη της ο Jeremy Oxley…Τι είναι αυτό ρε? Τι έχουν γράψει οι άνθρωποι? Οργασμός! Τέτοια είναι  η μουσική που θέλω να ακούω, τέλος.
Λίγο αργότερα ήρθε το Days Are Gone από την Penguin και είδαμε και τις φάτσες των αδερφών Oxley και της παρέας τους, στην ωραία φωτογραφία του εξωφύλλου, ανοίξαμε το σεντούκι και θαμπωθήκαμε, μένοντας γοητευμένοι-γητευμένοι για πάντα  από όλους αυτούς τους θησαυρούς που κρύβονταν εκεί μέσα..
My Only Friend, Trouble In My Brain, Gone, Its Not Me, Happy Man, Alone With You, Tunnel Of My Love, It’s A Sunny Day, You Need a Friend, No Love Around, Days Are Gone, τι να λέμε τώρα, να γράψω ολόκληρο το tracklist του ομώνυμου και του Individuals? Θα μπορούσαν να μοιράσουν τα τραγούδια τους έτσι ώστε με την προσθήκη γεμισμάτων να κάνουν πολυετή καριέρα καμιά 10αριά νεόκοπες μπάντες.
Νομίζω ότι ο όρος Power Pop δεν πρέπει να έχει πιο ταιριαστό παράδειγμα από τους Sunnyboys…Εκεί που η ομορφότερη μελωδία που σκαρφίστηκε ανθρώπινος νους, συνευρέθηκε ιδανικά με το σκληρό rock, στο αστείρευτο τραγουδοποιητικό ταλέντο αυτών των Αυστραλών.
Αλλά αυτά είναι τα χαριτωμένα που έγραφα πίνοντας καφέ το απόγευμα.
Περασμένα μεσάνυχτα τώρα, ύστερα από κάμποσα ποτήρια κρασί, και τα κακά νέα για τον θάνατο του αγέραστου Νίκου όπως τον λέγαμε, απ’ όπου είχα αγοράσει το Eternally Yours των Saints και το πρώτο των Feelies μια εποχή που του την είχε βαρέσει με την Jazz και το Ethnic και πούλαγε τα παλιά του βινύλια, βάζω ολόκληρο το διπλό LP, και τώρα που ξαναπαίζει το Let You Go, και η κιθάρα είναι κει και κλαίει μαζί με τις μέρες που έφυγαν, του το αφιερώνω. 
(H ζωντανή εκτέλεση που ακούμε είναι από το This is Real - Singles/Live/Rare, κυκλοφορία του 2004, ένα αναπάντεχο δώρο σε ανύποπτο χρόνο, και ενώ είχα πιστέψει ότι είχα ξεμπερδέψει με τα δισκογραφικά των Sunnyboys από πολύ, πολύ καιρό…Αν το Let You Go στην στουντιακή του εκδοχή παίρνει ένα 10αρι με τόνο, αυτήν εδώ η ζωντανή με πόσους τόνους θα πρέπει να συνοδευτεί για να της αποδοθούν όλοι οι έπαινοι -και τα δάκρια- που της αξίζουν?)


Σάββατο 27 Αυγούστου 2011

Dim Locator - Immortalised EP (digital release)


2011
Fuego


Δεν έχει περάσει πολύς καιρός από τότε που λέγαμε για αυτή την καινούργια κούρσα που ξεκίνησαν τα απομεινάρια των Fatal Shore, o Phil Shoenflet στην φωνή και την κιθάρα, και ο Chris Hughes στα ντραμς, με την προσθήκη του μπασίστα των True Spirit του Hugo Race και των Αυστραλοβερολινέζων Methylated Spirits, Dave Allen, και να το παρθενικό EP τους!

Oι Dim Locator, βαφτισμένοι από εκείνο το σημαδιακό Birthday Party όπου ανάμεσα στους εκλεκτούς διοργανωτές ήταν και o Rowland S. Howard, επιλέγουν σ’ αυτή την πρώτη τους δουλειά να διασκευάσουν 3 δικές του συνθέσεις αποτίοντας έτσι τον δικό τους φόρο τιμής στον μεγάλο απόντα.

Το I Ate the Knife από το Get Lost (Dont Lie) των These Immortal Souls, και τα Dead Radio και Undone (παντοτινά τραγούδια αμφότερα, στον ίδιο δίσκο κι αυτά με το Sleep Alone ε…) από το κλασσικό και αξέχαστο προσωπικό του Teenage Snuff Film, αποδίδονται από τους τρεις Dim Locator, με την έκτακτη συμμετοχή του Pavel Cingl των Southern Cross στο βιολί.

Μια ανάλογη προσπάθεια από σχεδόν οποιονδήποτε άλλον ίσως και να την έβλεπα δύσπιστα, μα γνωρίζοντας την εκτίμηση του Shoenfelt στον Howard, όπως και το παρελθόν των Fatal Shore με τα covers τις πρώτες τους άγριες μέρες, και τελικά ακούγοντας απλά το αποτέλεσμα, κάθομαι, ακούω επαναληπτικά και βυθίζομαι σ’ αυτή την ελεγειακή ατμόσφαιρα, με το κρασί χυμένο πάνω στο υγρό χώμα, δίπλα στο τσιγάρο που καίει καρφωμένο δίπλα, και καπνίζει τον αέρα σαν λιβάνι.

Τα τραγούδια του Howard είναι killers έτσι κι αλλιώς, και σε κάθε άκουσμα τους λείπει ακόμη περισσότερο, και οι εκτελέσεις των Dim Locator φορτισμένες, ειλικρινείς και συγκινητικές. Everythings sacred, and everythings true

Στις ως τώρα εμφανίσεις τους μαζί με τα παραπάνω, επιλέγουν να διασκευάσουν, δίνοντας έτσι και το στίγμα της μπάντας, κομμάτια των Beasts of Bourbon, Hawkwind, Nikki Sudden, Pink Fairies, Pere Ubu, μαζί με κάποια τραγούδια των Fatal Shore, και πρώιμο δικό τους υλικό, οπότε η αναμονή για μια ολοκληρωμένη δουλειά αυτού του industrial psych-rock τρίο γίνεται ανυπομονησία. Μεγάλη.



Πέμπτη 25 Αυγούστου 2011

Le Corbeau - Moth on the Headlight

2011 
Fysisk Format
Επιτέλους να και ο δίσκος που τουλάχιστον 3 άνθρωποι σ’ αυτή την χώρα (βλέπε evaversus, zeugolator, και αυτός ο πως τον λένε ο saunterer) περιμένανε πως και πως.
Λίγα βιογραφικά για αυτούς τους Νορβηγούς έχουμε πει παλιότερα οπότε περνάμε γρήγορα, γρήγορα στο λαχταριστό Moth on the Headlight.
Αισθητά λιγότερο πειραματικοί απ’ ότι στο προηγούμενο τους Evening Chill/Montreal of Mind, στα χνάρια του πρώτου τους δίσκου, με περισσότερα τραγούδια απ’ ότι θέματα, δίχως τα γαλλικά, με το σαξόφωνο να  τονίζει τις σκιές αυτή την φορά στην θέση του κλαρινέτου, και τις φονικές κιθάρες απανταχού παρούσες. Από κοντά πάντα οι ψυχωτικοί ρυθμοί, οι noir εμμονές και η υπνωτική κατασκοπευτική νυχτερινή ατμόσφαιρα.
Μ’ αυτά και με ‘κείνα οι Le Corbeau έρχονται μ’ αυτή την τρίτη δουλειά τους χωρίς φρου φρου και φανφάρες να καπαρώσουν και πάλι νωρίς, νωρίς μια από τις ψηλότερες θέσεις στην λίστα των δίσκων με τα καλύτερα της χρονιάς.
Και αν σας φαίνεται υπερβολικό αυτό, κάντε έναν κόπο να ακούσετε τον δίσκο, και μετά τον ρυθμικό καταιγισμό των Yvette Rosemont και 1962, την δεκάλεπτη σκοτεινή δίνη του Mizogumo (όπου παραδίδουν μαθήματα σε όλους τους επίδοξους επιβήτορες αυτού του ταλαιπωρημένου είδους που ονομάζεται post rock), μετά το σάλπισμα της αποκάλυψης δια…σαξοφώνου του Black Belvedere, και την κιθαριστική (ραγδαία) βροχή του Another Moment When Time Stands Still, ε μετά απ’ όλα αυτά μένουν άλλες τρεις κομματάρες, το Remains το Drumming of Heavy Rain και το 1959 που βαριέμαι να ψάχνω κοσμητικά επίθετα, για να συμφωνήσετε απόλυτα και ‘σεις.
Εμένα πάντως με βλέπω στο τέλος της χρονιάς να σέρνομαι γονυπετής ως την κάλπη, με το Moth on the Headlight σφηνωμένο στα δόντια!

Le Corbeau - 1962

Τρίτη 23 Αυγούστου 2011

The Laurels

Εντάξει, τι πιο φυσικό από το να ακούς κάποια καινούργια στονεριά και να σου θυμίζει τους Kyuss, όπως και κάποιους εκκολαπτόμενους αστέρες του shoegaze που σου φέρνουν αμέσως στο νου τους BRMC. Να ‘κους όμως κάτι που σου θυμίζει και τα δύο ταυτόχρονα σημαίνει ότι πατάς φρένο απότομα, και κατεβαίνεις να δεις τι χτύπησες. Λάθος. Μεγάλο. Πρώτον σε χτύπησαν και όχι το αντίθετο, και δεύτερον…καλύτερα να το σανιδώσεις γιατί το Black Cathedral μοιάζει γραμμένο για αυτόν ακριβώς τον σκοπό.
Τα περί stoner είναι υπερβολές έτσι να ‘χουμε κάτι να γράφουμε, απλά το τραγούδι γκαζώνει στον ίδιο δρόμο με το Gardenia, και σ’ αφήνει πίσω να τρως την σκόνη του.
Κατά τα άλλα όλα καλά και αντιποδιανά, απλά τα υπόλοιπα 5 κομμάτια του Mesozoic EP με κάνουν τελικά να πατήσω το φρένο, και να μην γράψω ένα διθυραμβικό κατεβατό για δαύτους, παρά μόνο αυτά τα λίγα.

Δευτέρα 22 Αυγούστου 2011

Open up & Bleed

The summer's over, fields now turn to brown τραγουδάει ο Phil (που έγινε και παππούς, να του ζήσει) κι εγώ προσπαθώ και θέλω να το πιστέψω με 35 βαθμούς ολόγυρα. 
Πίσω λοιπόν εδώ που τα πράγματα πάνε όλο και χειρότερα, δεν πειράζει ας φυσάει αυτός ο κακότυχος άνεμος να δούμε που θε’ να μας πάει… 
Ανοίξαμε και σας περιμένουμε, και έτσι για την καλή αντάμωση ποιος άλλος μπορεί να είναι καταλληλότερος από την πιο κοφτερή κιθάρα του rock and roll, αυτόν που βρίσκεται πίσω από το ωραιότερο τραγούδι αυτής της μουσικής όπως έχουμε ξαναπεί (βλέπε Sleep Alone) σε μια θανατερή εκτέλεση στο Open up and Bleed των Stooges…Αφιερωμένο στους 3 συνοδοιπόρους αυτών των σχεδόν 3000 χιλιομέτρων με Gas, Food (αντικριστό rules!!!), ρακί and Lodging στη μεγαλόνησον, αλλά και σε όλους τους ωραίους ανθρώπους που συναντήσαμε στην διαδρομή. Τα special thanks πηγαίνουν σ’ αυτούς που μας φιλοξένησαν και στα...καλά παιδιά της Καλής Συκιάς!

Rowland S. Howard και These Immortal SoulsOpen up and Bleed



Σάββατο 6 Αυγούστου 2011

gone


Λοιπόν παιδιά αυτό ήταν…και πολύ άντεξα εδώ που τα λέμε…χώνω πρόχειρες δυο αλλαξιές στην τσάντα και πάω…του φευγάτου η μάνα δεν έκλαψε ποτέ, τιγκανά, πουλόπουλος, αλε ρετουρ, μην τον είδατε, γκον γκον γκον, αντιος αμιγκος, σι γιου αγκεν ουαν σανι νταϊ, αϊλ μπι μπακ, τα λέμε και…το νου σας ε!

Με αποχαιρετισμούς στις τσέπες να ζεσταίνουν τα άδεια χέρια μου...

The Invisible Surfers – Down at Santa Marina


Los TromosWhen the Wind Blows


Πέμπτη 4 Αυγούστου 2011

standing by the sea


Μέσα μου κυριαρχούσε η εντύπωση πως, όσο γρήγορα, όσο ορμητικά κι αν έτρεχε το πλοίο όπου βρισκόμουν, προορισμός του δεν ήταν τόσο να φτάσει σε κάποιο λιμάνι που βρισκόταν μπροστά του, όσο να βρεθεί μακριά από όλα τα λιμάνια που άφηνε πίσω του.

text: απειροελάχιστο απόσπασμα από το 910 σελίδων έπος του Herman Melville, Moby Dick ή η Φάλαινα, σε μετάφραση Α.Κ. Χριστοδούλου, εκδόσεις Gutenberg 1992.
music: Husker Du – Standing by the Sea, από το Zen Arcade LP, 1984 SST records.

 

Τρίτη 2 Αυγούστου 2011

El Hombre Invisible


Για σήμερα το πολυπληθές πλήρωμα του orphan drugs μου είχε ετοιμάσει κάποιο άλλο πόστ – το προτελευταίο πριν πάρουμε τον καλοκαιρινό πούλο- αλλά αφού μου έδωσε την πάσα ο Μπαντίνης δεν μπορούσα να κάνω αλλιώς…

Κατά έναν περίεργο τρόπο ο μόνος θάνατος, εκτός του κοντινών μου ανθρώπων, που θυμάμαι σχεδόν ακριβώς που ήμουνα και τι έκανα είναι αυτός του παππού…Πως οι Αμερικάνοι θυμούνται και αφηγούνται με ανατριχιαστικές λεπτομέρειες που βρίσκονταν και τι έτρωγαν στις 11 Σεπτέμβρη του 2001 έτσι κι εγώ. Σαν από τότε να με στοιχειώνει…
2 Αυγούστου του 1997 λοιπόν, στο πλοίο Θεσσαλονίκη-Ηράκλειο (ναι την εποχή πριν την ισχυρή Ελλάδα υπήρχαν ακόμη και τέτοια δρομολόγια) με τελικό προορισμό την Γαύδο. Έχουμε αναγνωριστεί με μια ματιά και δυο κουβέντες από το πρωί με τον τύπο που κάθονταν δίπλα, πίναμε μπύρες, καπνίζαμε και μιλάγαμε για punk, garage, «ανεξάρτητη σκηνή» όπως την λέγαμε ακόμη, και άλλα ωραία…Ακούγαμε τρίτο πρόγραμμα από ένα μικρό τρανζιστοράκι που κουβαλούσε, νερό πολύ ολόγυρα, ο ήλιος να καίει, και κάπου λίγο μετά την Εύβοια, ο εκφωνητής μας αναγγέλλει την είδηση, ότι ο El Hombre Invisible την έκανε μακριά αυτή την φορά, εκεί απ’ όπου δεν ξαναγυρνάνε…«Τι θα γίνουμε άμα πεθάνουμε? Θα είσαι νεκρός αυτό είν’ όλο. Μερικοί είναι μαλάκες, άλλοι δεν είναι, αυτό είναι το θέμα. Κατάλαβες?»*

Όταν πρωτοδιαβάζει κανείς τις παρακάτω γραμμές χωρίς να έχει μελετήσει το έργο του παππού, έχοντας συνήθως στο μυαλό του το Junky και μόνο, ίσως να του φανούν παράξενες…Αν ψάξει όμως πίσω από τον ιό των λέξεων μοιάζουν απόλυτα ταιριαστές…

[Η τελευταία εγραφή στο ημερολόγιό του ήταν στις 30 Ιουλίου. Με δυσανάγνωστα γράμματα ενός χεριού παραμορφωμένου από την αρθρίτιδα είχε γράψει: «Αγάπη? Τι είναι? Το πιο φυσικό παυσίπονο που υπάρχει. ΑΓΑΠΗ.»]**

*Από την εισαγωγή του «Απολυμαντής!» μετάφραση Νίκος Μπαλής εκδόσεις Απόπειρα, 1992
** Από την βιογραφία «Ουίλιαμ Μπάροουζ, El Hombre Invisible» του Μπάρρυ Μάϊλς, μετάφραση Γιώργος Γούτας, εκδόσεις Απόπειρα, 2008.

Για το τέλος Kurt Cobain, William S. Burroughs – The Priest They Called Him:


Δευτέρα 1 Αυγούστου 2011

The Fleshtones

Έχει αρκετό καιρό που έπεσε το μάτι μου σ’ αυτές τις επανακυκλοφορίες της Raven, στο Roman Gods, το Up Front EP, το Hexbreaker και το Speed Connection σε CD, και όλο έλεγα να γράψω κάτι αλλά όλο το ανέβαλα…είναι τόσο πολλά αυτά που έρχονται στο μυαλό στο άκουσμα αυτών των δίσκων, που σε συνδυασμό με την ζέστη μου προκαλούν απόγνωση και παράλυση. Λίγες γραμμές όμως και μερικές γουλιές άσπρο κρασί έτσι για τον Zaremba και την τρελοπαρέα του τις παλέυω.

Παίζει το The Dreg, ιδανική εισαγωγή για οποιονδήποτε δίσκο και συναυλία. Νομίζω μ’ αυτό είχαν ανοίξει στο Βεάκειο αλλά και το live τους στον Μύλο την τελευταία φορά που τους είχα δει…Ο Zaremba πάνω στα ηχεία, κάτω από την σκηνή να χορεύει χαμένος ανάμεσά μας, έπειτα πάνω στο μπαρ, παντού…στο τέλος ένας, ένας τον ακολουθούν και οι υπόλοιποι έξω από το club με τον ντραμερ ξεχασμένο να παίρνει ένα τύμπανο και να βγαίνει τελευταίος…Ρωτάνε ποιος παίζει δίπλα στην αποθήκη για να πάνε να τζαμάρουνε μαζί του…Νομίζω ήταν ο Μητροπάνος με τον Μαχαιρίτσα, κάποιοι τους απέτρεψαν δυστυχώς…θα ήθελα να δω την σκηνή να εφορμούν εκεί μέσα οι Fleshtones

Αλλά αυτά έγιναν κάπου στα 90’s…δεκαριά χρόνια νωρίτερα αυτοί ήταν οι βασιλιάδες της Νέας Υόρκης μαζί με τους Cramps και τους Suicide (Οι Ramones δεν πιάνονται γιατί ήταν απλά οι Θεοί), και ‘μεις μικροί καθημερινοί ήρωες (η έτσι νομίζαμε) μίλια μακριά, που περνούσαμε τα βράδια μας ακούγοντας το Hexbreaker…αν κάποιος βούταγε και το αμάξι του μπαμπά για μια βόλτα τα είχαμε όλα…με γκάζι και αυτούς τους παλαβούς στο κασετόφωνο ο προορισμός δεν είχε καμιά σημασία…στο Screaming Skull ήδη αρχίζαμε να βγάζουμε καπνούς από τα αυτιά, στο Legend of the Wheelman με το φαζαρισμένο σαξόφωνο να μαστιγώνει τα ηχεία γινότανε χαμός, μέχρι να φτάσει το ομώνυμο Hexbreaker και να ανατιναχτούν όλα....σκόνη και θρύψαλα, μέσα στον χαλασμό μόνος όρθιος ο Zaremba κουνώντας σπαστικά την φράντζα του…στην άλλη πλευρά είχαμε και το Heatwave των Drive, παραγωγής αλλά και φιλοσοφίας Zaremba, δηλαδή: fun, fun, fun
Ύστερα πώς να μην αρχίζω σαν παράφρων το κήρυγμα σε όποιον γνώριζα και το έφερνε η κουβέντα στη μουσική…για το πόσο μεγάλη μπάντα είναι ρε μαλάκα, για τις συναυλίες τους, για τον ναρκισσισμό του rock and roll και τον διονυσιασμό της soul που κουβαλάνε πάνω στην σκηνή και στους δίσκους τους, για τα αξέχαστα χορωδιακά και τις τρελές χορευτικές φιγούρες τους…να δεις ρε το Shadowline στο Urgh! και θα καταλάβεις!

Στα τέλη των 90’s πάλι, τότε τους άφησα και δεν ξαναγόρασα δίσκο τους, κάπου εκεί μετά το More than Skin Deep που ήταν ένα πολύ καλό άλμπουμ, όχι σαν τα πρώτα τους αλλά είχε φλόγα (και μαζί το Dance with the Ghoulman!)…που και που πέφτω πάνω στο όνομά τους, (σε ένα…μοντέρνο ελληνικό site κάποιος τους είχε αποκαλέσει γελοίους, τι να πεις μπροστά στην μακαριότητά του?), στις νέες τους δουλειές και καμιά φορά τις ακούω για λίγο…όπως το πρόσφατο Brooklyn sound solution αλλά και το σινγκλάκι που προηγήθηκε και είχε στην β πλευρά του το Remember the Ramones
Ότι και να κάνουν όμως, καλώς η κακώς εκείνα τα χρόνια τους, εκείνοι οι δίσκοι τους για μένα είναι…Deep in my heartForever!