Τρίτη 30 Ιουλίου 2013

this business is killing me

Τις προάλλες συνάντησα έναν φίλο απ’ τα παλιά, στο καλύτερο μέρος και στον πιο κατάλληλο χρόνο που μπορεί να γίνει αυτό, δηλαδή στον δρόμο και τυχαία, και τα είπαμε εκεί επί τόπου, ανάμεσα στην ατμομηχανή της ανάπτυξης της χώρας, δηλαδή τα εκατοντάδες καφέ που έχουν ανοίξει και συνεχίζουν ακάθεκτα, στους κυρίους με τις σακούλες εκπτώσεων σφιχτά στο χέρι, τις γκόμενες με τα κινητά επίσης σφιχτά –λες και κρατάνε τίποτε άλλο, άντε να μη πω- στο χέρι και τ’ ακουστικά στ’ αυτιά, τα μηχανάκια να μαρσάρουν τ’ αυτοκίνητα να κορνάρουν, ο ήλιος να καίει…πανδαισία…
Ο φίλος, πάνκης παλιός, λίγο μεγαλύτερος μου, κάναμε κοπάνα απ’ το γυμνάσιο και πηγαίναμε στο Ντορέ, εμείς λυκόπουλα καθόμασταν και τους κοιτούσαμε αυτόν και την παρέα του ψαρωμένοι…αργότερα γνωριστήκαμε καλά σε κάτι διακοπές, είχαμε δίπλα τις σκηνές σε ένα κορφοβούνι, έφαγα ψάρι εκείνο το καλοκαίρι κόντεψα να βγάλω λέπια, καθότι πέρα από πάνκης ήταν είναι και θα είναι και μεγάλος ψαράς…

Τι λέει, τι γίνεται ρε μ…?
Τι να γίνεται ρε, σου τα λεγα και την περασμένη φορά (πριν κανα χρόνο), τίποτα ρε, δουλειά μηδέν, να αυτή τη βδομάδα έκανα ένα μεροκάματο, είχα να κάνω κανα εξάμηνο…
Και πως την βγάζεις?
Πώς να την βγάζω, πάνκικα, ξες, κανα φτηνό καφέ, καμιά μπύρα σε κανα σπίτι, κάνα τσιγάρο, κανα live στα πανεπιστήμια, κανα ψάρεμα…
Καλά, όλοι πάνκικα την βγάζουμε ρε…είμαστε και μαθημένοι…

Είπαμε κι άλλα που δεν ενδιαφέρουν νομίζω το φιλοθεάμων κοινό (καλά όχι ότι αυτά που γράφω το ενδιαφέρουν), και μετά υπερπηδώντας εμπόδια και τραπεζοκαθίσματα τράβηξε ο καθείς τον δρόμο του…ως την επόμενη φορά…

Αφιέρωση, εντάξει όχι όσο πάνκικη θα ήθελε ίσως, αλλά ταιριαστή με τις δουλειές, όχι –απαραίτητα- αυτές που έχουμε ή που δεν έχουμε να κάνουμε την κάθε μέρα, αλλά τις άλλες, τις μεγάλες, τις πολύ καλά πληροφορημένες, που μας συμπεριλαμβάνουν στον…κύκλο εργασιών τους, δίχως την θέλησή μας, και μας σκοτώνουν αργά και μεθοδικά…ως που να μας αποτελειώσουν όμως, εμείς…θα την βγάζουμε πάκνικα ρε φίλε. 

Κυριακή 28 Ιουλίου 2013

Agent Orange - Living in Darkness



Αυτό το orphan drug είναι αφιερωμένο σε μια μπάντα, η πιο σωστά, σε έναν δίσκο μιας μπάντας, που δεν επηρέασε εκατοντάδες άλλες στο άκουσμά του, ούτε θεωρείται  ιστορικός, μήτε μπαίνει στις κάθε λογής λίστες ποτέ.

Στα 28 χρόνια από την κυκλοφορία του,  μουσικοί και γκρουπ με παρόμοιο λίγο πολύ ήχο κατόρθωσαν να φτάσουν  ακόμη και στην κορυφή των charts, ενώ κάποιοι άλλοι λιγότερο τυχεροί μπορεί να μην πλούτισαν, απολαμβάνουν όμως πλέον τον χαρακτηρισμό τους ως cult.



Ο Mike Palm, μοναδικός από την αρχική σύνθεση των Agent Orange, θα αρκείται μέχρι την διάλυση τους να δίνει live μπροστά σε οργισμένους πιτσιρικάδες skaters, να βγάζει που και που κάποιο CD αναμασώντας το παρελθόν, και να περηφανεύεται ίσως ότι κάποτε σε ένα στούντιο μαζί με δύο άλλους, χωρίς ακόμη να καταλαβαίνει πως, ηχογράφησαν έναν δίσκο που θα φωτίζει για πάντα στο σκοτεινό κελάρι των χαμένων ηρώων του rock n roll διπλά, δίπλα στο Cinema Verite των Dramarama, το Under the Blue Marlin των Naked Prey, το Stone Cold World των Droogs, το Stop Dragging me down των Mono men, το Cryptic and coffee time των Stingrays, το Save yourself των Make up και…το κελάρι είναι μεγάλο.



Living in Darkness η αλλιώς



Δίλεπτα οργισμένα και μελωδικά  κομμάτια, ωδές σε μια λανθάνουσα και παρατεταμένη εφηβεία από τρία Αμερικανάκια που το (surf) punk, και οι άσκοπες βόλτες για αλητεία είναι η μόνη διέξοδος από την suburbia.

Κιθάρα, μπάσο και ντράμς παίζουν τα απολύτως απαραίτητα, η φωνή  δεν είναι αυτή που θα σου καρφωθεί αμέσως στο μυαλό αλλά έχει αυτή την άτσαλη DIY γοητεία, και η παραγωγή υποτυπώδης, τόσο που είναι σαν να κραυγάζει ότι: καλές οι προσεγμένες και ακριβές παραγωγές, αλλά όταν έχεις δεκαριά κομμάτια που φλέγονται σαν πυροτέχνημα στην νύχτα όλα τα άλλα είναι περιττά. Αρκεί κάποιος πίσω από την κονσόλα που θα αφήσει το γκρουπ στην τρέλα του. Θα μου πεις δεν είναι και εύκολο πράμα τελικά να βρεθεί ο κατάλληλος αυτός «κάποιος». Στην περίπτωσή μας ήταν ο Robbie Fields με την βοήθεια του Jay Lansford.



Τρεις δεκαετίες μετά μάλλον όλα αυτά φαντάζουν ίσως λίγα, όμως ακούγοντας ξανά το Living in darkness, που ηχογραφήθηκε μέσα σε απόλυτο σκοτάδι όπως μας λένε οι σημειώσεις του δίσκου, τον Σεπτέμβρη του ’81 (και κυκλοφόρησε 2 μήνες μετά από την Posh boy) σκέφτομαι ότι οι τρεις Agent Orange  σίγουρα είχαν ραντεβού σε κείνο το στούντιο, για μια μόνο φορά στην ζωή τους με την καλύτερη punk μούσα.

Την ίδια που συνάντησαν οι Wipers όταν έγραφαν το Up Front και το Window shop for love (και όλη την πρώιμη δισκογραφία τους, γιατί μετά και για 3 δίσκους, τους έκανε παρέα ο ίδιος ο Θεός της μουσικής), οι Misfits του Attitude, του Bullet και του We are 138, η ακόμη οι γείτονές τους Social Distortion του Another state of mind.



Το αγχωτικό ριφ του Too young to die ανοίγει τον δίσκο για να συνεχίσει έτσι για δύο λεπτά σε μια γεμάτη πρίμα χαώδη ατμόσφαιρα, και πριν καλά, καλά πάρεις ανάσα μπαίνει με χίλια το Everything turns grey μια surf ωδή στο γκρίζο έξω και μέσα μας, με τα είκοσι όλα κι όλα δευτερόλεπτα που σολάρει η κιθάρα στο τέλος να σου παίρνουν το μυαλό.

Στο τρίτο κομμάτι οι πάνκιδες (μαζί τους και οι Last Drive τότε) ακούνε την Misirlou έτσι όπως δεν την είχαν φανταστεί η μάλλον έτσι ακριβώς όπως θα ήθελαν να την ακούσουν.

Το Last Goodbye που ακολουθεί είναι ένας ακόμη surf punk ιδρωμένος ύμνος στο στυλ του Turns grey, για να κλείσει η πλευρά με μια ατμομηχανή που έρχεται κατευθείαν πάνω σου και ακούει στο όνομα Pipeline των Chantays. Κάτι τέτοια κομμάτια σαν αυτό η το Tell me when its over των Wipers νομίζω ότι θα έπρεπε να ακούσουν προσεκτικά πολλές σύγχρονες post rock μπάντες και να το ξανασκεφτούν.

Κάνεις τον δίσκο τούμπα που έλεγε και ο Τσίτσος, παλιό αφεντικό σε ένα μπαρ που δούλευα κάποτε και πέφτεις πάνω…στα τέσσερα καλύτερα κομμάτια που έγραψαν ποτέ, κολλημένα στην σειρά το ένα μετά το άλλο χωρίς ανάσα και έλεος, αρχής γενομένης από το No such thing, νούμερο ένα κάποιου άλλου κόσμου.



Καπάκι το Cry for help in a world gone mad, με την αργή εισαγωγή πριν το μπάσο δώσει το σύνθημα να ξεσπάσει θυμωμένο και συγκινητικό, (στην ελληνική έκδοση του δίσκου η ένταση έπεφτε ανεξήγητα χαμηλά ακριβώς πάνω στο γκαζωμένο σόλο της κιθάρας!) και μετά το πιο γνωστό ίσως κομμάτι τους, το απόλυτο punk του Bloodstains, που αρκετά χρόνια μετά γνώρισε και μια ζόρικη διασκευή από τους Personality Crisis.



Το ομώνυμο Living in darkness στην ίδια πριμαριστή και χαοτική ατμόσφαιρα της εισαγωγής με το επαναλαμβανόμενο ρεφρέν “ I feel safest being alone, Living in darkness, Living in a world of my own”, έρχεται να επικυρώσει με τον καλύτερο τρόπο αυτήν την αίσθηση που έχεις από την αρχή της ακρόασης, και μαζί να σαρώσει ότι απόμεινε όρθιο από την μανία του Stains κλείνοντας κανονικά τον δίσκο.

Και λέω κανονικά γιατί στην ελληνική έκδοση του, είχαν προστεθεί και τέσσερα κομμάτια του BitchinSummer EP, δηλαδή τα Miserlou (έτσι την γράφουν)  και Pipeline που μπήκαν στην πρώτη πλευρά και το μέτριο Breakdown μαζί με μια ακόμη surf διασκευή, αυτή του Mr. Moto των Bel-Airs που μας θύμισαν στο Brotherhood of the dog και οι Earthbound.



Το This is the Voice που ακολούθησε πέντε χρόνια μετά είχε γυαλισμένη παραγωγή, μέτριες συνθέσεις, και ήταν εντελώς άνευρο, χωρίς ούτε ελάχιστο από το πάθος και την ένταση του Darkness, ενώ μέχρι σήμερα με τον Palm μοναδικό σταθερό μέλος όπως είπαμε οι Agent Orange συνεχίζουν να δίνουν συναυλίες και να δισκογραφούν αραιά και που.

Σε κάποιες στιγμές από την μετέπειτα δουλειά τους θαρρείς πως κάνει φευγαλέα την εμφάνισή της εκείνη η μούσα που λέγαμε πιο πάνω, όπως στο τρομακτικό instrumental, Bite the hand that feeds από το When you least expect it EP του ’89, η σε 2-3 κομμάτια του Virtual Indestructible.

Αμέσως όμως εξαφανίζεται, για να παραδοθεί ο υπόλοιπος δίσκος στην ανία και την επανάληψη, σε σημείο να απορείς αν είναι το ίδιο συγκρότημα που έγραψε το Living in Darkness…Άβυσσος η ψυχή και των σερφοπάνκιδων…



* Το κείμενο γράφτηκε το φθινόπωρο του 2009, και είχε «ανέβει» πρώτη φορά στο tranzistor.gr…το ξανα-αναρτώ σήμερα εδώ με ελάχιστες διορθώσεις…


Παρασκευή 26 Ιουλίου 2013

everything turns grey


Λίγες μέρες έμειναν πριν το κλείσω το ριμάδι, όχι για ν’ ανοίξω τοστάδικο, αλλά για να πάω καμιά βόλτα κι εγώ να έρθω στα ίσα μου, και ψάχνοντας τρόπους να την βγάλω όσο το δυνατόν πιο τεμπέλικα (και) στο blog, σκέφτηκα ν’ αναρτήσω το orphan drugs #5 που είχα γράψει παλιά για το Living in Darkness των Agent Orange και είχα ανεβάσει τότε στο tranzistor.gr…
Εκεί λοιπόν που κοιτούσα πιο τραγούδι τους θα συνοδεύει το κείμενο, έπεσα πάνω στο παρακάτω βίντεο…είναι από τις πρώτες εμφανίσεις των Φιλανδών Last Calls, μιας μεγάλης παρέας μουσικών οι οποίοι προερχόμενοι από σχήματα διαφορετικού μουσικού προσανατολισμού, από το punk και το rock and roll έως το blues και το flamenco, που ένωσαν τις δυνάμεις τους το 2007, και από τότε οργώνουν τις σκηνές τις χώρας τους και όχι μόνο, παίζοντας μια μίξη όλων των επιροών τους, που από τα λίγα κομμάτια που κατάφερα ν’ ακούσω από εδώ και από κει, καταλήγει σε έναν προσωπικό και γοητευτικό ήχο…
Όντας παρέα μουσικών και όχι «κανονικό» συγκρότημα έχουν κυκλοφορήσει μόλις ένα EP όλα αυτά τα χρόνια, ενώ ο πρώτος τους μεγάλος δίσκος είναι ακόμη στην προετοιμασία…δικαίωμα στην τεμπελιά είπαμε…
Στις συναυλίες τους εκτός από τα δικά τους κομμάτια, διασκευάζουν –μοναδικά όπως θα διαπιστώσετε- και τραγούδια από μπάντες που τους επηρέασαν και πάντα θα αγαπάνε (-με) όπως οι Killing Joke, οι Gun Club, ή οι Agent Orange
Και για να κλείσω, επανέρχομαι στο βίντεο που σας έλεγα πιο πάνω, την διασκευή τους δηλαδή στο Everything turns grey των τελευταίων, όπου ένα έτσι κι αλλιώς απόλυτο κι αιώνιο rock and roll τραγούδι, μεταμορφώνεται σε κάτι άλλο που πετάει πάνω απ’ το κεφάλι μου όλη αυτή την ώρα, αλλά αδυνατώ να το προσδιορίσω και να σας το γράψω…και γαμώ τις εκτελέσεις, τι άλλο να πω…μου θύμισε έντονα κάποιες ανάλογες απόπειρες των Earthbound (με τους οποίους υπάρχουν αρκετά κοινά σημεία στην προσέγγιση της μουσικής), θα ακούσετε και νομίζω θα συμφωνήσετε…λίγο καλύτερη ηχογράφηση να είχε, και θα ήταν αυτό που λένε οι πολύξεροι ντιτζεϊς «το χιτ του καλοκαιριού»…
Λοιπόν…ο κιθαρίστας της παρέας του blog –ξέρει αυτός- ας βγάζει σιγά σιγά τ’ ακόρντα, εγώ θα πάρω την θέση μου κάπου στη μέση, όπως ο τύπος με τα διάφορα κλαπατσίμπαλα και το ντέφι…λέω ωραία και το say yeah, παίζω και φοβερό κουδουνάκι!
Παραθέτω αμέσως μετά και το original προς σύγκρισην και ακόμη περισσότερη τέρψιν…

                          

Τετάρτη 24 Ιουλίου 2013

Cobwebbs - All Around

Lost Race Reocrds
2012

Η κατάστασης all around με λίγα λόγια έχει ως εξής…
Οι Hawkwind πολύ φορτωμένοι ως συνήθως διασκευάζουν ολόκληρο το Aftermath των Stones…Όταν δεν συμβαίνει αυτό, οι Jesus κλείνονται στον ίδιο ανελκυστήρα με τον Roky Erickson και τ’ αποτελέσματα είναι ανατριχιαστικά, ούτε να τα περιγράψω δεν μπορώ…
Όταν και αν δεν συμβαίνει ούτε το ένα ούτε το άλλο, τότε σίγουρα είναι απλά οι Cobwebbs που ψυχεδελιάζονται άσχημα εκεί στο Brisbane, γυρίζει το μυαλό τους και στέλνουν κατά ριπάς φαζαρισμένα υπνωτικά, αληθινά κακά όχι αηδίες, ηχητικά κύματα ως που να ορθωθεί ανάμεσα στ’ αυτιά μας και τον έξω κόσμο εκείνο το άπιαστο πράμα που οι παλαιοί μύστες, οι τρελοί μουσικοί, οι καβαλάρηδες της νότας, οι ψυχασθενείς μαέστροι, είχαν ονομάσει «τοίχος του ήχου».

 
  

Κυριακή 21 Ιουλίου 2013

The Anti Troppau Council - I Believe


Αν θυμάμαι καλά, κάπου (που όμως? επιτέλους το αρχείο saunterer πρέπει στεγαστεί ολόκληρο σ’ ένα μέρος…που είναι το κράτος???) σε μια συνέντευξη του Γιάννη Ντρενογιάννη (κιθαρίστα –και- των Anti Troppau) είχα διαβάσει ότι όταν πρωτοέπαιξε τα ακόρντα στους υπόλοιπους κανείς δεν του έδωσε σημασία, και αρκετό καιρό αργότερα στο διάλλειμα μας πρόβας ενώ έπαιζε μόνος του το κομμάτι, γύρισαν γεμάτοι έκπληξη και τον ρώτησαν: τι είναι αυτό ρε μ…???...κάπως έτσι τέλος πάντων…

Στην συνέντευξη του τραγουδιστή τους Βασίλη Τζαβάρα στο mic.gr (αξίζει να την διαβάσετε ολόκληρη) σε μια σχετική ερώτηση του Μπάμπη μιλάει για μια δεύτερη ενδιαφέρουσα πτυχή της ιστορίας του I Believe, για όσους δεν είδαν ποτέ, ή ερμήνευσαν λάθος το “for R.E.” δίπλα στους αναγραμμένους στίχους του στο ένθετο που συνόδευε το A Way Out:



«Ο Roky Erickson είναι ένα μεγάλο κεφάλαιο στη ζωή μου. Πάντα θαύμαζα τους Elevators σαν το πιο φευγάτο ψυχεδελικό συγκρότημα και αργότερα όταν έμαθα την ιστορία αυτού του ανθρώπου κατάλαβα πού μπορεί να σε οδηγήσει η πίστη σου στην ομορφιά και το απόλυτο. Τότε τον θεωρούσα πνευματικό μου πατέρα και ακόμα και τώρα απολαμβάνω το πνεύμα του. Το ροκ είναι γεμάτο από άγιους και απατεώνες ή και τα δυο ταυτόχρονα - ο Roky είναι ένας που ξέφυγε και δεν ξαναπάτησε στη γη και μόνο για αυτό του αξίζει σεβασμός και ένα τραγούδι. Έτσι βγήκε το "I believe" που εδώ θεωρήθηκε ερωτικό τραγούδι -ήμαρτον- πάντως αγαπώ όλες αυτές τις περιπτώσεις των μουσικών - Syd Barrett - Robert Wyatt - Nick Drake - David Allen - Joe Strummer - ενδεικτικά, ανάμεσα σε πολλούς άλλους.»



Ας αφήσουμε όμως την ιστορία…πάμε απ’ την αρχή με μόνους οδηγούς ότι βγαίνει απ’ τα ηχεία…την φονική κιθάρα (πολυφορεμένος ο χαρακτηρισμός αλλά στην περίπτωση αυτή ισχύει 100%), τον αργόσυρτο επιβλητικό ρυθμό που χτίζουν πίσω το μπάσο και τα τύμπανα, και την απ’ τα κοκάλα βγαλμένη ερμηνεία της φωνής…Τέσσερα λειψά λεπτά που σε οδηγούν σ’ έναν τόπο που μοιάζει με τον rock and roll παράδεισο…η την κόλαση, αν λάβουμε υπόψη τον άνθρωπο που είναι αφιερωμένο…όπως το δει κανείς…Και δεν θυμάμαι και πολλά άλλα τραγούδια ανεξαρτήτως χώρας καταγωγής και παραγωγής, εκείνης την δεκαετίας, που να κατάφεραν να με κάνουν να πιστέψω πως βρίσκομαι εκεί…ούτε και καμίας άλλης εδώ που τα λέμε.

Μέσα από τον πρώτο και τελευταίο δίσκο της μπάντας, το A Way Out που ηχογραφήθηκε στο Αγροτικόν του σχωρεμένου Νίκου Παπάζογλου, σε παραγωγή του ίδιου και των Anti Troppau, το 1986 και κυκλοφόρησε την ίδια χρονιά από την Pegasus records.

I Believe…αμήν.


Παρασκευή 19 Ιουλίου 2013

muck and mire


Ένα σπιτάκι στην εξοχή. Να κοιμάσαι μια βραδιά στα δύο χρόνια. Δίχως γυναίκα στο πλάι σου. Το πρωί να σαλπάρεις…Πάλι το ντάκα ντούκου της μηχανής, η μυρωδιά της λάντζας, η βαπορίλα, ο μάγερας που κόβει τα νύχια του με το μαχαίρι της κουζίνας. Βάρδια γιερνέ, γιατάκι με κοριούς, επισκευές, μυρωδιά της μοράβιας, πίσσα βρασμένη, απόπατοι δεξαμενής, νερό θολό στο μπουγέλο. Νερό με τρίχες από λιοντάρια, ποταμίσιο, μαγαρισμένο από κροκόδειλους, βρωμόλογα στο τραπέζι, τσικνισμένο ριζόγαλο, βλαστήμια για καλημέρα, αρρώστια της λαμαρίνας. Σκάτζα βάρδια με τράβηγμα από το χοντρό δάχτυλο του ποδιού. Βίρα. Φούντο. Σταυροδρόμι…
Σκάτζα βάρδια. Μπαταρίες στη φόρτιση. Ένα πιοτό?... 
   -  Δός μου τη μποτίλια. 
   -  Είναι σπασμένη. Άμα τελειώσεις θα σου δώσω ένα γυαλί. Καταλαβαίνεις… 

text: Νίκος Καββαδίας – Βάρδια, εκδόσεις Άγρα 1989. 
music: Brown Bird – Muck and Mire, The Devil Dancing LP, Peapod recordings 2009.

Τετάρτη 17 Ιουλίου 2013

Psychlops Eyepatch - Paranoise


Octopus Pi Records
2013

To As Haunted as a Thousand Theremins θα μπορούσε να ακολουθεί το Hang On to a Dream στον με τίτλο τ’ όνομά τους, μοναδικό δίσκο των Gandalf πίσω στα 1967 όταν ηθογραφήθηκε ή στα 1969 όταν τελικά κυκλοφόρησε. Βοηθούν σ’ αυτό και τα φωνητικά αλλά και η παραγωγή.
Το Waves of Doubt από την άλλη, είναι κλασικό παράδειγμα του τι τραγούδι μπορεί να βγει ύστερα από λίγες ώρες πρόβας σε ένα γκαραζ του Sydney. Όχι τελικά δεν έρχονται μόνο από τα αυστραλέζικα 80’s τέτοια τραγούδια…
Για να μην πιάσω και παρουσιάζω-παρομοιάζω ένα προς ένα όλα τα τραγούδια του EP καλοκαιριάτικα και μ’ αυτή την ζέστη, (6 κομμάτια είναι ρε τεμπελόσκυλο…η φωνή της συνείδησης) πάνω κάτω και πρώτα απ’ όλα απ’ το όνομα του γκρουπ και τον τίτλο του δίσκου ακόμη, πιστεύω καταλάβατε τι γίνεται εδώ μέσα… 
Garage και (λίγο) surf και (μπόλικη) ψυχεδέλεια, ντέφια και πολλά κέφια, και ήδη μια από της καλύτερες κυκλοφορίες της χρονιάς σ’ αυτόν τον καταταλαιπωρημένο χώρο…

Υ.Γ. Η Octopus Pi μετράει ως τώρα 3 όλες κι όλες κυκλοφορίες, και πέρα από το Paranoise αξίζει ν’ ακούσετε και τις υπόλοιπες δύο, δηλαδή το Saturnalia των Wheat Fields και το WHATISPSYCH, μια συλλογή όπου μαζί με τους Psychlops Eyepatch ακούμε άλλες 10 Σιδνεϋότικες μπάντες, που σαν αφετηρία μπορεί να έχουν από το garage μέχρι το ambient αλλά τελικός προορισμός είναι πάντα όπως αφήνει να εννοηθεί και ο τίτλος, η ψυχεδέλεια… 

bandcamp 



Δευτέρα 15 Ιουλίου 2013

The Gospel Truth



Τρελός παπάς τους βάφτισε, έκλεψε το παγκάρι και έφυγε νύχτα, προσκυνητές της φωτιάς τους ανάθρεψαν κι ύστερα βούτηξαν μέσα στις φλόγες, μανιακοί επιστήμονες τους δίδαξαν και χάθηκαν στους βάλτους, στην λέσχη των όπλων έμαθαν για την άγρια πλευρά κι άφησαν πίσω τους μόνο κάλυκες, και τώρα που μεγάλωσαν αποκαλύπτουν όλη την αλήθεια για τα gospel, τις ανοησίες που κάνει ένας μοναχικός άνθρωπος, το πώς μόνο στο Austin του Texas μπορεί με έναν μόνο δίσκο να γίνει...Τέξας.
Όταν βρω και ακούσω ολόκληρο το A lonely man does foolish things θα σας πω περισσότερα…ως τότε…


Πέμπτη 11 Ιουλίου 2013

time is out of joint


Η αλλιώς this aint the summer of love vol.2…υποτίθεται ότι θα το συνόδευε και ένα ομότιτλο κείμενο, time is out of joint, μια ιστορία από την λάθος πλευρά, αλλά είναι ακόμη στην πέμπτη αράδα…για αυτό κι εγώ είπα όσο θα παλεύω –σιγά μη σκίσω- το τρόμο του συγγραφέα μπρος στην λευκή σελίδα, εσείς να ακούσετε λίγη –τι λίγη, 34 tracks μάζεψα πάλι, ούτε διπλό cd δεν τα χωράει- μουσική…

Με κορμό μερικά από τα τραγούδια της χρονιάς –ως τώρα και για μένα, να εξηγούμαστε- όπως το She Will των Savages (αυτά μαθαίνει κανείς στην ώρα τους διαβάζοντας τον raggedy), το The Petite Bourgeois Blues των Greta Mob, το Chicken Scratch των Dirtmusic, το Touch των Dim Locator, παρελαύνουν από κλασικά και παγκόσμια κομμάτια όπως το Little Johnny Jewel των Television ή το Sorry Somehow των Husker Du, μέχρι κάποια που αν ήμασταν στον airesia θα έμπαιναν κάτω από την ετικέτα «το ακούσατε δεύτεροι»…ονόματα δε λεμε…

Επειδή δεν είναι και πολλά αυτά που δεν έχουμε ακούσει εδώ μέσα πρώτοι δεύτεροι η τρίτοι δεν έχει σημασία, διαλέγω για κράχτη ένα από τα καλύτερα τραγούδια, ενός από τους καλύτερους δίσκους –καλά δεν έβγαλαν δα και τόσους πολλούς, ένας αγανακτισμένος αναγνώστης- , μιας από τις καλύτερες μπάντες των 80’sPrepare to rule a nation από τo Charm World των Yo…α ρε Rollin Under τι μας έχεις κάνει, ακόμη μας κυνηγά το φάντασμά σου...πριν το βάλετε να παίξει όμως κάντε ένα κλικ στο...joint παρακάτω…




Τρίτη 9 Ιουλίου 2013

Whipped Cream Chargers


Στο βιογραφικό τους δίνουν το παρόν το Νεουορκέζικο punk, το φτηνό κρασί, εκλεκτές γυναίκες, και ο William Burroughs…μουσικά δηλώνουν φανατικοί του rock and roll, του punk, του garage, και του surf, το blues μάλλον θα το ξέχασαν να το αναφέρουν αλλά στον δίσκο τους, το Whip it Out που βγήκε πέρυσι ακούγεται πολύ –όπως και όλα τα προαναφερθέντα- οπότε το προσθέτω εγώ, προσθέτω πόλη και χώρα καταγωγής, Μελβούρνη Αυστραλία, εμπλεκόμενους που τα πλοκάμια τους φτάνουν μέχρι τους Circle Pit και τους Dead Farmers, την συνεχή αίσθηση του χιούμορ, μαζί και τα ποτά τα προσθέτουν πάλι αυτοί, και αποχωρώ ήσυχος για την ώρα ότι μετά απ’ όλα αυτά τουλάχιστον ένα άκουσμα θα τους το δώσετε και πολύ καλά θα κάνετε…


Κυριακή 7 Ιουλίου 2013

days are gone



Ἔρχονται ἀθόρυβα οἱ μέρες μου - γάτες μὲ πέλματα βελούδινα,  ταχύτητα αστραπῆς - τρίβονται μιὰ στιγμὴ ἀνάμεσα στὰ πόδια μου·  σκύβω νὰ τὶς χαϊδέψω·  ἔχουνε κιόλας φύγει.

text: Αργύρης Χιόνης - Ότι περιγράφω με περιγράφει, (από την ενότητα “Εκδοχές του τέλους ΙΙΙ”), εκδόσεις Γαβριηλίδης, 2010.
music: Sunnyboys – Days are gone, Individuals LP, Mushroom records 1982. 

Παρασκευή 5 Ιουλίου 2013

Can't You Hear Your Daddy's Footsteps / Taste Of The Same


To Mirror Of Yesterday/Can You Hear Your Daddys Foosteps (από εδώ και πέρα και για συντομία σκέτο Foosteps) ήταν το τέταρτο single των Τεξανών Zakary Thaks στα 1967, που όταν είχαν ξεκινήσει περίπου δύο χρόνια πριν τα μέλη τους είχαν ηλικίες που κυμαίνονταν από τα 15 μέχρι τα 17 χρόνια…Ο βενιαμίν της παρέας μάλιστα, ο δεκαπεντάχρονος τραγουδιστής Chris έχει και ένα επίθετο που μπορεί να σε βάλει σε σκέψεις για το από πού κρατούσε η σκούφια του, το Gerniottis

Προσπερνώντας την πρώτη πλευρά όχι γιατί το τραγούδι είναι κακό, αλλά γιατί το ταρακούνημα που ακολουθεί στην δεύτερη με το φρένο/γκάζι ρυθμό του Foosteps για τρια παρά κάτι λεπτά, με τις κιθάρες ρυθμικές και lead να οργιάζουν και να οδηγούν τον ρυθμό, και την φωνή να προσπαθεί να τις συναγωνιστεί και να τα καταφέρνει, δεν αφήνει περιθώρια στο Mirror παρά μόνο μιας ακρόασης, αυτής της πρώτης, μιας που άπαξ και αλλάξει πλευρά ο δίσκος δεν πρόκειται να ξαναγυρίσει ποτέ πίσω στην πρώτη, βασικά δεν πρόκειται να ξαναβγεί απ’ το πικαπ…ρίξτε ένα αυτί και στην instrumental, ή αλλιώς στο μάτι του κυκλώνα εκδοχή τους εδώ! 

Οι Bad Seeds από την άλλη, συμπατριώτες των Thaks αμφότεροι από το Corpus Christi του Texas (προφανώς καμία σχέση με τους γνωστούς, απλά τους πρόλαβαν στα βαφτίσια) και όντας λίγο μεγαλύτεροι τους, πρόλαβαν και ηχογράφησαν 3 singles μέσα στο 1966 πριν το διαλύσουν, με πρώτο και καλύτερο το Taste of the Same/ I'm A King Bee στην τοπική J-Beck records κι αυτό…Εδώ τα πράγματα κυλούν αντίστροφα μιας που είναι ερώτημα αν μετά την πρώτη ακρόαση του πικρού και αέρινου Taste of the same, θα καταφέρεις ποτέ να αλλάξεις πλευρά για να ακούσεις και την δεύτερη…με κάτι τέτοια κομμάτια κλειστήκαμε μέσα στο γκαράζ και δεν μπορέσαμε να βρούμε τον δρόμο για την έξοδο ποτέ. Αξίζει μια (μόνο μία?) ακρόαση και η διασκευή των Chesterfield Kings από την συλλογή Night of the living eyes όπου και πρωτάκουσα το τραγούδι με την χαρακτηριστική φωνή του Greg Prevost να γεμίζει τα ηχεία, όπως και η εκδοχή βέβαια των Ιταλών Others από το Teen Trash Vol. 7 της Music Maniac.

Μετά απ’ όλα αυτά θα πάρουμε αυθαίρετα την δεύτερη πλευρά του single των Zakary Thaks και την πρώτη των Bad Seeds θα τα αλλάξουμε θέσεις και θα φτιάξουμε ένα φανταστικό και με τις δύο σημασίες της λέξης, garage punk επτάϊντσο όπου και τα δύο τραγούδια πέρα του ότι είναι κομματάρες, τα ενώνει και κάτι άλλο...το ότι ο κιθαρίστας, τραγουδιστής και συνθέτης των Bad Seeds Mike Taylor έγινε αμέσως μετά την διάλυση τους συνθέτης και παραγωγός των Thaks, και το κορυφαίο κατά την ταπεινή μου γνώμη τραγούδι που τους έδωσε ποτέ ήταν το Foosteps





Τετάρτη 3 Ιουλίου 2013

Destination Lonely - Kiss or Kicks miniLP


Les Disques Steak 
2012

Το Kiss or Kicks το έχω εδώ και μήνες στην επιφάνια εργασίας…από το περασμένο φθινόπωρο…κάπου εκεί…όχι ότι το ακούω και συχνά, απλά το όνομα της μπάντας, αλλά και του δίσκου μου είχαν κάνει κλικ πριν καν το βάλω να παίξει, και μπορεί να περίμενα περισσότερα, αλλά κι αυτά που άκουσα για πρώτο κλωτσοφιλί ήταν εντάξει…αν ήμουνα και πιο μικρός ποιος να ξέρει, μπορεί και να τους άκουγα μέρα νύχτα…κυρίως νύχτα δηλαδή αφού την μέρα θα κοιμόμουνα και θα ονειρευόμουνα φιλιά και κλοτσιές για το επόμενο βράδυ. 
Rock and roll που με ταχύτητα καταπίνει χιλιόμετρα χρόνου για να φτάσει από τo surf των 50’s στο punk rock των 70’s με μια μεγάλη στάση είν’ η αλήθεια στα garage των 60’s, rnr με δυνατές κιθάρες, ωραία φωνητικά, τσαγανό και εφηβική λαγνεία, με ρίζες στην Αμερική αλλά και την Αυστραλία, κι ας είναι τα παιδιά, από τη πόλη του φωτός, από τη Γαλλία.
Ελπίδα για το μέλλον…υπάρχουν και τέτοιες…ακόμη… 

bandcamp 

Δευτέρα 1 Ιουλίου 2013

Dim Locator - Wormhole

Moloko +
2013

Καμιά φορά, το μεγάλο πνεύμα πάνω στον ουρανό, αν υπάρχει, μου φαίνεται ότι δεν είναι τόσο κακό όσο το εκτίμησε ο Philip K. Dick σε μια συνάντησή που είχε μαζί του με την διαμεσολάβηση των αμφεταμινών.
Όπως π.χ. την περασμένη Παρασκευή που με έναν πονοκέφαλο να διανύει είδη την τρίτη μέρα, σκοτώνοντας τον χρόνο μου στο youtube έπεσα πάνω στο Touch, το τέταρτο και τελευταίο τραγούδι του νέου δεύτερου στη σειρά EP των Dim Locator που βγήκε πριν λίγες μέρες…με τους στίχους everything i touch, everything i see, slips away from me και τις τρομακτικές κιθάρες να στριφογυρίζουν στο μυαλό ξεκίνησα ν’ αλλάξω ένα μπλουζάκι δώρο, που μου φάνηκε υπερβολικά τρέντικο για τα κυβικά μου, κατέληξα να πάρω ένα γκρι πουκάμισο σαν του Curtis σταθερή αξία, και γυρίζοντας σπίτι προσπαθούσα να βρω λύση στο πρόβλημα του ότι η Moloko records δεν στέλνει τα CD της εκτός Γερμανίας, και άρα πως θα γίνει να βρω και να ακούσω ολόκληρο το EP?
Κάπου εκεί επενέβη το μεγάλο πνεύμα που λέγαμε στην αρχή, και όντας στις καλές του, ποιος ξέρει ίσως επειδή ήταν Παρασκευή, και με την μορφή ταχυδρόμου είχε περάσει και αφήσει στο γραμματοκιβώτιο έναν φάκελο που έχοντας ξεκινήσει από την Πράγα έφτανε ως εδώ με ένα χειρόγραφο μικρό σημείωμα, και το Wormhole για περιεχόμενο…

Μέσα στην σκουληκότρυπα τώρα, εκεί που το πράμα καίει, εκεί όπου οι Dim Locator αφήνουν πίσω τους ελεύθερες να χορεύουν στην αιωνιότητα του άνεμου τις στάχτες των Fatal Shore απ’ όπου και αναδύθηκαν, μαζί και τις διασκευές στα τραγούδια του Rowland S. Howard που επέλεξαν σαν πρώτη τους δισκογραφική παρουσία στο προηγούμενο Immortalized EP, και με 4 αυτή τη φορά αποκλειστικά δικές τους συνθέσεις μας αφήνουν να νιώσουμε το πραγματικό, απολύτως προσωπικό άγγιγμά τους.
Και είναι απορίας μαζί και θαυμασμού άξιο, το ότι οι τρεις τους, έχοντας μια καθόλου ευκαταφρόνητη διαδρομή, και ειδικά ο Shoenfelt –έχω κι εγώ μερικές εμμονές παιδιά, δείξτε κατανόηση- μια πορεία τριών και βάλε δεκαετιών στη rock and roll σκηνή, έχοντας πατήσει πια τα 60, και με μια φωνή που είναι αδύνατον να μη την συνδέσεις με τις προηγούμενες solo δουλειές του, και μ’ αυτές των Fatal Shore και των Southern Cross καταφέρνει να παρουσιάσει μαζί με τον Chris Hughes και τον Dave Allen μια νέα μπάντα, με έναν διακριτό απ’ όλες τις παραπάνω αναφορές ήχο, με μια ψυχεδελική αίσθηση να αιωρείται μαζί με τις κιθάρες –φοβερή δουλειά, όπως και στην rhythm section άλλωστε- πάνω απ’ το κεφάλι σου σε όλη την μικρή για αυτό και όχι χορταστική διάρκεια του Wormhole. Το εξώφυλλο, μια εικόνα από τι μπορεί να πάθει κανείς όταν το σκουλήκι αναλαμβάνει δράση, από τα χέρια του Claus Castenskiold έρχεται να συμπληρώσει την παλίρροια που ξεσηκώνουν κομμάτια σαν τον Dan the Man from Ampellang και το Touch (ένα από τα τραγούδια της χρονιάς σίγουρα) μέσα στο μυαλό.

Κι αν όλα αυτά σας ακούγονται λιγάκι ακαδημαϊκά, εγώ δεν έχω να πω τίποτε άλλο,  σας αφήνω για ένα άγγιγμα βαθιά μέσα στη σάρκα να ματώσει, από τους Dim Locator…α! λίγο πριν όμως να δύο τρία λόγια που ξέθαψε το σκουλήκι σκάβοντας μέσα στο κεφάλι μου…θα πρέπει ν’ ανήκουν σ’ έναν ποιητή που όλοι σας γνωρίζετε, κι αν όχι απορώ τι στο διάολο γυρεύετε εδώ μέσα…για να βοηθήσω λίγο Charles ήταν το μικρό του.

homepage 

Music doth uplift me like a sea
Towards my planet pale,
Then through dark fogs or heaven's infinity
I lift my wandering sail.