«Τι λέτε λοιπόν, φίλοι μου, αληθεύει άραγε η φήμη ότι τάχα ο
κύριος ΜακΜέρφυ μας άρχισε να υπακούει στους κανονισμούς μόνο και μόνο για να
αυξήσει τις πιθανότητες να απολυθεί νωρίτερα;»
«Ξέρεις πολύ καλά τι εννοώ, Χάρντινγκ. Γιατί δεν μου είπες
ότι μπορεί να με κρατήσει εδώ μέσα έγκλειστο όσο της καπνίσει;»
«Μα, το είχα ξεχάσει εντελώς ότι είσαι έγκλειστος.» Το
πρόσωπο του Χάρντινγκ διπλώνει στη μέση μ’ ένα πλατύ, ειρωνικό χαμόγελο.
«Μάλιστα. Πονηρεύεις κι εσύ σιγά σιγά. Γίνεσαι όπως όλοι μας.»
«Πονηρεύω δε λες τίποτα. Γιατί δηλαδή να είμαι εγώ εκείνος
που τσακώνεται στις συνεδρίες για όλα εκείνα τα τιποτένια παράπονά σας…Στην
αρχή δεν μπορούσα να καταλάβω για πιο λόγο μου την πέφτατε λες και ήμουν ο
σωτήρας σας. Μετά κάποια στιγμή έτυχε να μάθω πόσο μεγάλο ρόλο παίζουν οι
νοσοκόμες στο ποιος θα απολυθεί και ποιος όχι. Κι έτσι έβαλα μυαλό και πολύ
γρήγορα μάλιστα. Λέω μέσα μου: “Βρε τους πονηρούς τους βρωμομπάσταρδους, με
κορόιδεψαν, με ξεγέλασαν και μ’ έβαλαν να κάνω τη βρωμοδουλειά τους.” Αν είναι
δυνατόν. Που ξανακούστηκε, να ξεγελάσουν έτσι τον γέρο-Ρ.Π. Μακ-Μέρφι.» Σπρώχνει
πίσω το κασκέτο του και μας κοιτάζει όλους χαμογελώντας: «Λοιπόν αγόρια μη το
πάρετε προσωπικά, αλλά άντε πηδηχτείτε όλοι σας. Θέλω να βγω κι εγώ από εδώ
μέσα όπως κι εσείς. Νευριάζοντας τη γριά καρακάξα διακινδυνεύω το ίδιο μ’
εσάς.»
Συνεχίζει να χαμογελάει, κλείνει το μάτι πονηρά και
τσιγκλάει τον Χάρντινγκ στα πλευρά με τον αντίχειρα, σαν να λέει: «Εντάξει
τέλειωσε το πανηγύρι αλλά δεν τρέχει και τίποτα, φίλοι.» Τότε ο Χάρντινγκ λέει
κάτι ακόμα.
«Όχι. Εσύ διακινδυνεύεις περισσότερο από μένα φίλε μου.»…
«Έχεις να χάσεις περισσότερα απ’ ότι έχω να χάσω εγώ» λέει
ξανά ο Χάρντινγκ. «Εγώ βρίσκομαι εδώ εθελοντικά. Δεν είμαι έγκλειστος.»
Ο ΜακΜέρφυ δεν λέει κουβέντα. Το πρόσωπό του έχει την ίδια απορημένη
έκφραση που είχε και πριν, σαν να ξέρει ότι κάτι δε πάει καλά, αλλά χωρίς να
ξέρει τι ακριβώς είναι αυτό. Κάθεται και κοιτάζει αμίλητος τον Χάρντινγκ ώσπου
το χαμόγελο του Χάρντινγκ σβήνει και αρχίζει να στριφογυρίζει νευρικά κάτω από
το παράξενο βλέμμα του ΜακΜέρφι. Καταπίνει το σάλιο του και συνεχίζει: «Μάλιστα,
ελάχιστοι στην πτέρυγα είναι έγκλειστοι. Μόνο ο Σκάνλον και-και μερικοί από
τους Ανίατους μάλλον. Κι εσύ. Δεν υπάρχουν και πολλοί σε ολόκληρη την κλινική
που να τους έφεραν με το ζόρι εδώ. Κάθε άλλο.»
Η φωνή του σβήνει αμήχανα κάτω από το επίμονο βλέμμα του
ΜακΜέρφι. Μετά από λίγο, ο ΜακΜέρφι τον ρωτάει με σιγανή φωνή: «Με δουλεύεις
έτσι;» ο Χάρντινγκ κουνάει αρνητικά το κεφάλι. Μοιάζει φοβισμένος. Ο ΜακΜέρφι
σηκώνεται όρθιος και ρωτάει: «Με δουλεύετε όλοι σας;»
text: Απο το βιβλίο του Ken (acid freak, merry prankster, too young to be a beatnik, and too old to be a hippie) Kesey – One flew over the cuckoo’s nest (1962), στα ελληνικά: Στη φωλιά του κούκου, μετάφραση Βασίλης Αθανασιάδης, εκδόσεις Anubis 2011.
music:
Patrik Fitzgerald – Island of lost souls, από το Gifts and Telegrams LP, Red Flame
1982.