Impedance records
2011
Στον ουρανό κρέμεται ένα νεκρό φεγγάρι, κίτρινο σαν το απαλό κιτρινωπό του θώρακα μιας χελώνας του βάλτου. Η σαν την μέσα άκρη του δεξί μου δείκτη. Που δείχνει μέσα στο δάσος το δέντρο των κρεμασμένων. Ο μύθος λέει ότι ένα βράδυ κρέμασαν και τον βασιλιά εκεί, μεσάνυχτα ήταν χόρευαν γύρω απ' τη φωτιά, παραπέρα ένας τυφλός νέγρος μουρμούρηζε και έφτυνε κατάρες προς το μέρος τους αλλά και προς το δέντρο. Με τα χρόνια η αράχνη ύφανε εκεί τον ιστό της και τον έκανε ένα με την μακριές φαβορίτες του βασιλιά. Κι αυτή μπήκε απ’ το αυτί του και βγήκε απ’ το λαρύγγι τραγουδώντας.
Κάποιοι που ήξεραν κάποιους άλλους, που ήξεραν κάτι παλιούς ναυτικούς, που πέρασαν νύχτα με γεμάτη σελήνη τα στενά, είπαν πως άκουσαν το τραγούδι της, και ένας μάλιστα αρμενιστής από το τουρκέτο είδε μέχρι και τον ιστό να μεγαλώνει στις φαβορίτες του! Κανείς όμως από αυτούς τους κάποιους δεν ζει πια ανάμεσά μας για να μας το επιβεβαιώσει. Τα ονόματα των ναυτικών πάντως που άκουσαν αυτό το τραγούδι νομίζω μπορούμε να τα πούμε. Billy Budd τον λέγαν τον αρμενιστή και Jimmy Legs (Τζίμυ ο Ποδάρας) τον άλλον.
Αν για να φτιαχτεί μια ταινία το μόνο που χρειάζεται είναι ένα κορίτσι και ένα όπλο, για να φτιαχτεί μια ιστορία χρειάζονται τουλάχιστον δύο ήρωες, και αν είναι καλός και κακός ακόμη καλύτερα. (Στην μουσική μερικές φορές αρκεί και ένας αλλά το ξεχνάμε προσωρινά λόγω της πλοκής). Το να πηγαίνουν οι ήρωες δυο, δυο δεν ξεκίνησε με τους Χιώτες, ούτε με τον Billy και τον Jimmy, ούτε με τους White Stripes, ούτε με τους Black Keys. Και φυσικά ούτε με τους Mother and Son που είναι υπεύθυνοι για την μουσική επένδυση της αποψινής μας ιστορίας.
Πριν από όλους αυτούς υπήρχαν οι Suicide (και πιο πριν οι Silver Apples) αλλά στην περίπτωσή μας νομίζω έρχονται γάντι σαν παράδειγμα δύο πολύ παλαβοί τύποι από τον Καναδά που έστηναν βουντου μπάρμπεκιου παρτυ παρέα με σκελετούς, την γάτα του Bo Diddley, και κάθε λογής τέρατα που κρύβονται μέσα στο γκαράζ. Όνειρό τους ήταν να έχουν από την μια το φαβοριτάτο και αραχνιασμένο αυτί του Elvis και από την άλλη το κομμένο του Van Gogh, στην μια πλευρά του μυαλού είχαν τον Sigmund Freud και στην άλλη τον Link Wray, φορούσαν red garlic shoes, και τέλος ήταν Too Cool to Live αλλά και Too Smart to Die και ονομάζονταν The Deja Voodoo.
Ο στοιχειωμένος τόπος της εισαγωγής μαζί με την χελώνα, τον βασιλιά κρεμασμένο, το μουρμουρητό του μαύρου και το υφαντό της αράχνης είναι το πιο ταιριαστό μέρος για τους Mother and Son, από μπορούν λυσσασμένα να ουρλιάζουν στο φεγγάρι, η σε μια μικρή σκοτεινή σκηνή στο New South Wales downunder να κάνουν το ίδιο στο χαμηλό ταβάνι που τους κρύβει το φεγγάρι. Τα χνώτα τους είπαμε μυρίζουν μπύρα και καπνό και ταιριάζουν με αυτά των τρελοκαναδών. Η βασική τους διαφορά είναι ότι οι νεόκοποι Αυστραλοί χρησιμοποιούν ένα-δύο τύμπανα και 3 χορδές παραπάνω. Όσο για την θέση της μουσικής τους είναι τα ηχεία όσων έχουν πεθυμήσει το τσουλούφι του Link Wray, τα δολοφονικά instrumental surf, τους τυφλούς bluesmen, ανατριχιαστικές νυχτωδίες από τα πλάσματα του βάλτου και καινούργια κομμάτια που θα γούσταρε πολύ ο Lenny Kaye σαν το Hanging Tree. A! Και σε όσων φάνηκε κάπως λυπηρό το ότι το Brothers το έκτο της μπάντας και πλέον φιλικό προς τον χρήστη (και δη τον γκομενοχρήστη) ανακηρύχθηκε από όλους μας το rock album της χρονιάς.