Τεντώνοντας τα χέρια έξω από το κρεβάτι, ο Plume παραξενεύτηκε
που δεν ακούμπησε τοίχο.
«Για φαντάσου, σκέφτηκε, θα τον έφαγαν τα μυρμήγκια…» και
ξανακοιμήθηκε.
Μετά από λίγο, η
γυναίκα του τον άρπαξε και τον τράνταξε: «Κοίτα γύρω σου χαμένο κορμί! Την ώρα
που εσύ κοιμόσουνα του καλού καιρού, μας έκλεψαν το σπίτι». Πράγματι, ολόγυρα,
απλωνόταν ένας ανέπαφος ουρανός. «Αλλά
είναι τετελεσμένο», σκέφτηκε.
Λίγο αργότερα
ακούστηκε ένας θόρυβος. Ήταν ένα τρένο που κατέφθανε μ’ όλη του την ταχύτητα.
«Με τη φόρα που δείχνει να έχει πάρει, σκέφτηκε, σίγουρα θα φτάσει πριν από
μας», και ξανακοιμήθηκε.
Κατόπιν τον ξύπνησε
το κρύο. Ήταν ολόκληρος βουτηγμένος στο αίμα. Μερικά κομμάτια της γυναίκας του
κείτονταν δίπλα του. «Όπου υπάρχει αίμα, σκέφτηκε, χίλιες αναποδιές αναφύονται.
Καλό θα ήταν να μην είχε περάσει το τρένο. Αλλά αφού πέρασε…» και
ξανακοιμήθηκε.
-
Αλλά, έλεγε ο δικαστής, πως εξηγείτε το γεγονός ότι η
γυναίκα σας χτύπησε σε σημείο να βρεθεί τεμαχισμένη σε οκτώ κομμάτια, χωρίς
εσείς, που ήσασταν δίπλα της, να μπορέσετε να κάνετε μια κίνηση για να το
εμποδίσετε, χωρίς καν να το αντιληφθείτε; Ιδού το μυστήριο! Αυτό είναι το
σημείο στο οποίο συνοψίζεται όλο το θέμα.
-
Εγώ δεν μπορώ να τον βοηθήσω σ’ αυτό το σημείο,
σκέφτηκε ο Plume, και
ξανακοιμήθηκε.
-
Η εκτέλεση θα γίνει αύριο. Κατηγορούμενε, έχετε να
προσθέσετε κάτι;
-
Με συγχωρείτε, δεν παρακολουθούσα. Και ξανακοιμήθηκε.
text:
Henri Michaux – Un Certain Plume (1931), στα ελληνικά «Κάποιος
Plume», μετάφραση Βασιλική
Παπαχρήστου-Ζούλη, εκδόσεις Χατζηνικολή 1988. music: Link
Wray – The Shadow Knows, The Shadow Knows/My Alberta vinyl 7”, Swan records 1964.