Ήταν στα μέσα του καλοκαιριού όταν άρχισα να ξυπνάω άγρια
χαράματα από ύπουλα και επίμονα δαγκώματα. Για μια σχεδόν εβδομάδα το μαξιλάρι κάθε
πρωί ήταν βαμμένο με αίμα.
Όταν πια είχα γίνει κίτρινος σαν το πολυκαιρισμένο κερί, ο Επιθεωρητής
Λη ανέλαβε δράση.
Δεν του πήρε παρά μια και μόνο νύχτα που την πέρασε κρεμασμένος
ανάποδα έξω από το παράθυρό μου, για να μπει με το πρώτο φως στο δωμάτιο κρατώντας
ανάμεσα στα δόντια του το αηδιαστικό καταματωμένο πλάσμα.
Το έφτυσε γεμάτος περιφρόνηση στο πάτωμα, το πάτησε με το
τακούνι του σκαρπινιού του λιώνοντας το, και με τα αίματα να στάζουν ακόμη από
τα δόντια του γύρισε και μου είπε:
«Διαστημική νυχτερίδα! Η γνωστή μετάλλαξη της
Νέας Ζηλανδίας…άτιμο πράμα…».