Τσαγκαροδευτέρα με ψιλόβροχο η περασμένη, κι εγώ έχοντας
τελειώσει τις λιγοστές δουλειές που είχα να κάνω, πήρα βαρύς τον δρόμο για το
σπίτι…αν ήταν καμιά Πέμπτη, καμιά Παρασκευή μπορεί να περνούσα να χαζέψω τίποτα
βιβλία, αλλά Δευτέρα φίλε μου όχι, ευθεία για το σπίτι, να χαζεύω τους ατμούς
των οσπρίων που βράζουν.
Εκεί που περπατούσα ανάμεσα σε κάτι παραπήγματα της ΔΕΗ
προσπαθώντας να αποφύγω συν της άλλης και την λασπουριά, είπα να πάρω τηλέφωνο
τον γνωστό σας από παλιότερες αναφορές, βαρεμένο φίλο μου τον Ελάϊτζα, να πούμε
καμιά μαλακία να περάσει και η ώρα…
Με το που το σήκωσε δεν προλάβαμε να πούμε «τι γίνεται» και
τα ρέστα, να και μια νεκροφόρα που με προσπερνά με ταχύτητα. Μόλις του ανέφερα
το γεγονός ακολούθησε μια ερώτηση από αυτές που με κάνουν να τον καλώ ειδικά
τέτοιες μέρες και ώρες, μιας που αμέσως χάνεται με μιας ολόκληρη η δευτεριάτικη
ανελέητη πραγματικότητα, και την θέση της παίρνουν έστω για λίγο εικόνες και
ήχοι σαν και τους παρακάτω…
«Έτρεχε ο νεκροθάφτης ε? Είχε ανοιχτό το παράθυρο μήπως, και
άκουγε τσίτα Cramps?».
Με γέλιο, πηγαίνοντας από τις νεκροφόρες στους Cramps, (το κομμάτι που θα άκουγε
ο νεκροθάφτης αποφασίστηκε να είναι το Mad Daddy), από κει στον Kid Congo Powers, έπειτα στη συναυλία όπου είχαμε δει -ότι είχε απομείνει
τέλος πάντων από- τον Johnny Thunders λίγο πριν πεθάνει, φτάσαμε και στα σχετικά της σημερινής
ανάρτησης.
Ερώτηση δική μου αυτή την φορά: «Ρε μαλάκα, εκείνος ο φίλος
σου ο κιθαρίστας που είχαμε βρεθεί ένα πρωί πριν καμια…εικοσαριά χρόνια στο
Ματζέστικ, και πίναμε μπύρες και μας έλεγε ιστορίες για τον Thunders και τον Stiv Bators που
τους γνώριζε από το Παρίσι, τι να γίνεται?»
Απάντηση: «Τον Γίωργο τον Μπετζούνη λες? Ούτε ξέρω ρε, έχω πολύ
πολύ καιρό να τον δω, μάλλον Γαλλία θα
είναι, αυτός είναι φευγάτος εδώ και τριάντα
χρόνια…».
Συμπέρασμα δικό μου: «Θα τον ψάξω στο ιντερνετ το βράδυ!»
Και τα στοιχεία του Ελάϊτζα, μαζί με ότι βρήκα στο ιντερνετ,
συνθέτουν την ιστορία κάπως έτσι:
Ο γεννημένος στην Θεσσαλονίκη Γιώργος Μπετζούνης (George Betzounis πια),
αψήφησε τα κάλλη και τον ερωτισμό της συμπρωτεύουσας –πως τόλμησε?- και την
έκανε νωρίς νωρίς, αρχές δεκαετίας του ‘80 με μόνη αποσκευή την κιθάρα του.
Αφού έκανε την γύρα του σχεδόν σε όλη την Ευρώπη, από
Ισπανία μέχρι Ολλανδία κατέληξε στο Παρίσι όπου κάτω από το όνομα Delaney Blue ζει
και ηχογραφεί μέχρι σήμερα.
Από τις άγριες μέρες όπου γρατζουνούσε την κιθάρα του στους
ρυθμούς του αμερικάνικου punk,
ως σήμερα που δείχνει να τον εμπνέουν περισσότερο τα blues και η folk, μαζί με τραγουδοποιούς
σαν τον Nikki Sudden,
έχουν μεσολαβήσει οι συνεργασία του με τον προσφάτως εκλιπόντα Daniel Darc των
Taxi Girl, οι Orpy DropOuts, οι The Continental
Riot House, το προσωπικό του άλμπουμ Stranger in Your Heart του
2006, ένα βιβλίο με τίτλο sour milk from the skinny cow,
και υποθέτω αρκετά άλλα ενδιαφέροντα πράγματα.
Εμείς απόψε θα τον ακούσουμε σε ένα κομμάτι των Pure Sins, της μπάντας όπου ηγήθηκε
(παρέα πάντα με την σύντροφό του Ria De Spell) στα μέσα των 90’s, και οι οποίοι απ’ όσο μπόρεσα και το έψαξα το πράγμα θα πρέπει
να άφησαν πίσω τους δύο άλμπουμ.
Από το ομότιτλο, το Pure Sins του 1996 λοιπόν, ακούμε το Sky The Spy, ένα πανέμορφο δείγμα rock τραγουδοποιίας,
από αυτήν που σπανίζει όλο και περισσότερο, με φοβερή δουλειά στις κιθάρες που έρχονται
και φεύγουν σαν κατάσκοποι λες, από κάπου (και κάπου) πολύ πολύ ψηλά.