Self Release
2011
Κάθε μέρα ξυπνώ μέσα στην νύχτα των άλλων, ή μήπως είναι και
δική μου?
«Μη κάνεις σαν μικρό παιδί» μου λέει μια φωνή, «αγκάλιασε
την νύχτα σου τώρα που είναι καλοκαίρι και είναι και ζεστή…σαν αίμα».
Ο νέγρος κανίβαλος του Μαϊάμι προσπαθεί άτσαλα και μάταια να
στεφθεί βασιλιάς της φρίκης, αφού για κακή του τύχη λίγο μετά κάνει την
εμφάνισή του ο πολιτισμένος, μορφονιός, φυσικά λευκός, σφαγέας του Μόντρεαλ που
με την μεθοδικότητα και την απαράμιλλη τεχνική του παίρνει άνετα την
πρωτοκαθεδρία στον χώρο. Ακόμη και εδώ (ή ειδικά εδώ?) από κάτω θα είσαστε
σκυλάραπες…
Εντωμεταξύ στο Λονδίνο αυτός ο μεγάλος και ηρωικός λαός
γελάει και χαίρεται με τα 60χρονα του θρόνου της βασίλισσας, (ο Τζώνη ο σάπιος
δεν ήταν στην γιορτή, ή παρεβρέθει και μου διέφυγε?) και στην Αθηνά το κάρο
μαζεύει πεινασμένους και αυτόχειρες νεκρούς, τι ωραία τι καλά έφτασε η πανούκλα
ξανά, εμπρός όλοι μαζί παιδιά να την προϋπαντήσουμε, να και οι μεραρχίες των
ναζί παρελαύνουν-προελαύνουν στους δρόμους, σώστε μας σώστε μας φωνάζει ο
κόσμος όλος, ο αντίχριστος κατεβαίνει απ’ το βουνό με το ματωμένο κονσερβοκούτι
στο χέρι να πάρει σπίτια, να βιάσει κορασίδες, να κάψει εκκλησιές, να κόψει
κώλους και λαιμούς.
Όχι όχι όχι! δεν είναι κομμάτι κάποιου βιβλίου του Πίντσον,
ούτε εισαγωγή ταινίας που αφηγείται μια ακόμη αρχή του τέλους του κόσμου (οι
Άγγλοι πάντως θα είναι εκεί ζητωκραυγάζοντας τη βασίλισσά σε οποιαδήποτε
βερσιον, μαζί τους και οι απανταχού ιθαγενείς που τους τρέχουν τα σάλια να
αποκαλούν αυτή την χώρα «το νησί»)…μόνο λίγη από την ειδησεογραφία των ημερών,
γέμισε κάπνα γύρω, γκουχ γκουχ, μπας και βγαίνει απ’ το δικό μου κεφάλι? Γκουχ
γκουχ, Setting the flantza on fire θα είναι ο τίτλος του επόμενου ποιήματος-έπους που θα
γράψω…όταν έρθει η ώρα. Ως τότε…έλα φλάντζα μου, κανίβαλέ μου, ζιγκολό σφαγέα
μου, βασίλισσα μου, Τζώνη Ρότεν, Τζώνη Ρότεν δύο φορές όπως στο τραγούδι του Neil Υoung, ελάτε μεραρχίες, ελάτε
αντίχριστοί μου, ελάτε μέσα στην νύχτα μου φέρτε την κι αυτή μαζί σας και
ηρεμήστε…όλος ο κόσμος τον ξέρει τον τρόπο από παλιά, για αυτό κάθεται φρόνημα,
και την Παρασκευή πρωί πρωί ζυμώνει το ψωμί του, το βράδυ της Παρασκευής
ζυμώνει την ψωλή του.
Μ’ αυτά και με ‘κείνα ξέχασα να σας πω…στο Seattle οι
διάολοι βγάζουν ακόμη καλά τραγούδια.