Self Release
2013
2013
O Μισσισσίππης εξακολουθεί να κατεβάζει μαζί με τα νερά του,
δάκρια, θρήνους και στεναγμούς χρώματος μαύρου, κι ας είναι πολλοί απ’ αυτούς κομμάτια
από τα χιόνια του Κιλιμάντζαρο που ξεκόλλησαν με την βία απ’ την κορυφή του,
και ταξιδεύουν λιώνοντας σκορπώντας σταγόνες στο πέρασμά τους, εκατοντάδες χρόνια
τώρα.
Εκεί κοντά είναι που η Bessie Smith μαζί με τον Richard Morgan παίρνουν μαζί τους στο αμάξι έναν περίεργο τύπο ίδιο φάντασμα μέσα στη νύχτα, που έκανε ωτοστόπ στον Route 61, και τους συστήνεται σαν Johann Wolfgang Goethe…λίγο μετά συνέβη το μοιραίο.
Στα νερά ενός άλλου ποταμού, του Δούναβη που κι αυτός δεν γνωρίζει λίγα από θρήνους, εντοπίζεται να πλέει το κουφάρι του Lorca, ογδόντα σχεδόν χρόνια μετά εκείνη την αποφράδα μέρα στην Γρανάδα, τέσσερεις Ούγγροι το τραβούν έξω το φορτώνουν σε μια άμαξα που την σέρνουν 16 (ξανά και ξανά) κατάμαυρα άλογα και το ενταφιάζουν σε τόπο μυστικό με ηλεκτρικές κιθάρες ν’ αποδίδουν τις πρέπουσες τιμές, και μια ρακή από αχλάδι να πέφτει στο χώμα για να ξορκίσει τις μέρες τις κακές. Αυτό, το κουφάρι δηλαδή, όταν έχει πέσει και η τελευταία φτυαριά, και οι κιθάρες έχουν πια σωπάσει, ζητά μια τελευταία χάρη, να περνούνε που και που να βλέπουν μόνο αν ο τάφος του είναι καθαρός.
Αφού με όρκο τιμής του το υποσχεθούν, περνούν τα σέρβικα σύνορα μέσα απ’ βουνά, χώνονται μεσάνυχτα μέσα σ’ ένα στούντιο και το μόνο που κάνουν μέχρι το ξημέρωμα είναι ν’ αλλάζουν χέρια στο μπουκάλι με την αχλαδορακή και να παίζουν μουσική.
Τέλος, αυτός που το είπε είχε δίκιο τελικά, το είκοσι δεν είναι αριθμός, τ’ αστέρια στον ουρανό είναι τα μάτια μας, κι εγώ που δεν μπόρεσα ποτέ μου να καταλάβω το παρελθόν, το παρόν, το μέλλον, στην αρχή του τέλους πέφτω από το παράθυρό μου μέσα στο χάος…ξανά…το μέλλον που θυμάμαι, το παρελθόν που θα έρθει το παρόν…χάος αγαπητοί μου…χάος αγαπητό και αγαπημένο έτσι κι αλλιώς…
Τι δίσκος Μαγιάρικε Θεέ μου…volume άνω του 75%, ξεπερνάει και το Αψέντι.
Απανταχού –σύγχρονοι- Αγγλοσάξονες που πιπιλάτε νύχτα μέρα τα blues πάνω στα ευαίσθητα καλομαθημένα χειλάκια σας, πίσω στα θρανία για μάθημα…έχετε δρόμο ακόμη.
bandcamp
Εκεί κοντά είναι που η Bessie Smith μαζί με τον Richard Morgan παίρνουν μαζί τους στο αμάξι έναν περίεργο τύπο ίδιο φάντασμα μέσα στη νύχτα, που έκανε ωτοστόπ στον Route 61, και τους συστήνεται σαν Johann Wolfgang Goethe…λίγο μετά συνέβη το μοιραίο.
Στα νερά ενός άλλου ποταμού, του Δούναβη που κι αυτός δεν γνωρίζει λίγα από θρήνους, εντοπίζεται να πλέει το κουφάρι του Lorca, ογδόντα σχεδόν χρόνια μετά εκείνη την αποφράδα μέρα στην Γρανάδα, τέσσερεις Ούγγροι το τραβούν έξω το φορτώνουν σε μια άμαξα που την σέρνουν 16 (ξανά και ξανά) κατάμαυρα άλογα και το ενταφιάζουν σε τόπο μυστικό με ηλεκτρικές κιθάρες ν’ αποδίδουν τις πρέπουσες τιμές, και μια ρακή από αχλάδι να πέφτει στο χώμα για να ξορκίσει τις μέρες τις κακές. Αυτό, το κουφάρι δηλαδή, όταν έχει πέσει και η τελευταία φτυαριά, και οι κιθάρες έχουν πια σωπάσει, ζητά μια τελευταία χάρη, να περνούνε που και που να βλέπουν μόνο αν ο τάφος του είναι καθαρός.
Αφού με όρκο τιμής του το υποσχεθούν, περνούν τα σέρβικα σύνορα μέσα απ’ βουνά, χώνονται μεσάνυχτα μέσα σ’ ένα στούντιο και το μόνο που κάνουν μέχρι το ξημέρωμα είναι ν’ αλλάζουν χέρια στο μπουκάλι με την αχλαδορακή και να παίζουν μουσική.
Τέλος, αυτός που το είπε είχε δίκιο τελικά, το είκοσι δεν είναι αριθμός, τ’ αστέρια στον ουρανό είναι τα μάτια μας, κι εγώ που δεν μπόρεσα ποτέ μου να καταλάβω το παρελθόν, το παρόν, το μέλλον, στην αρχή του τέλους πέφτω από το παράθυρό μου μέσα στο χάος…ξανά…το μέλλον που θυμάμαι, το παρελθόν που θα έρθει το παρόν…χάος αγαπητοί μου…χάος αγαπητό και αγαπημένο έτσι κι αλλιώς…
Τι δίσκος Μαγιάρικε Θεέ μου…volume άνω του 75%, ξεπερνάει και το Αψέντι.
Απανταχού –σύγχρονοι- Αγγλοσάξονες που πιπιλάτε νύχτα μέρα τα blues πάνω στα ευαίσθητα καλομαθημένα χειλάκια σας, πίσω στα θρανία για μάθημα…έχετε δρόμο ακόμη.
bandcamp