Ξέχασε για λίγο ότι μπορεί να έχει γράψει στο μυαλό σου σχετικά με τους Γερμανούς. Τις νότες δεν τις παγώνει το κρύο, οι κιθάρες μπορούν και λιώνουν τον πάγο σαν φωτιά, και η μεταλαβιά χρειάζεται πάντοτε κρασί. Την 25η ώρα, όταν ο μαυροφορεμένος κήρυκας ανεβαίνει στον άμβωνα με την σιδερένια κόμπρα κουλουριασμένη στο πλάι του, και η ορχήστρα ξεκινά να παίζει τα μεθυσμένα gospel, όλοι από κάτω συντονίζονται στον ρυθμό και καταλαβαίνουν ότι ο πιο αμαρτωλός βρίσκεται εκεί στην κορυφή και αυτό δεν έχει να κάνει καθόλου με το που κρατάει η σκούφια του.
Θυμήσου όμως τα Παιδιά της Διπλανής Πόρτας και εκείνο το αξέχαστο Πάρτυ Γενεθλίων που κράτησε κάμποσο καιρό, και από τότε που τέλειωσε όλο και περισσότεροι θα ήθελαν να πουν ήμουν και εγώ εκεί! Εκεί κάτω στην Ήπειρο που τα Θηρία ξεδιψούν ρουφώντας αχόρταγα Bourbon. Θυμήσου και τον Tom που πήγαινε δυτικά και ήθελε να αλλάξει το όνομά του σε Hannibal η ίσως απλά σε Rex. Κάπως έτσι μάλλον το σκέφτηκε και ο Tex. Μη ξεχνάς ποτέ τέλος το ουρλιαχτό του λύκου και το πώς αυτό μπορεί να βγει από τα πνευμόνια ενός τεράστιου έγχρωμου άντρα.
Μπορείς πάντως και να μη σκεφτείς τίποτε απ’ όλα αυτά, και απλά να αφήσεις το γρέζι της φωνής που φιλάει την νύχτα να σου τα διηγηθεί, και την υγρασία της μουσικής να σε ποτίσει. Σιγά, σιγά θα μαζευτούν γύρω σου στο ασπρόμαυρο φόντο, και άλλοι πολλοί φίλοι του, που αδειάζουν μέσα σε μεγάλα σταχτοδοχεία τις στάχτες της καρδιά τους, φτύνοντας στο πάτωμα κοκκινοπράσινα σάλια από αψέντι και κρασί. Από τους χτίστες της πολιτείας των βαμπίρ στο Nordrhein-Westfalen μέχρι τον άξιο απόγονο των πάλαι ποτέ μποέμιδων της Μονμάρτης Dimi Dero.
Όχι εδώ που μαζευτήκαμε δεν θα πούμε καινούργιες ωραίες ιστορίες με αρχή, μέση και καλό τέλος, για τυχερά και λίγο εναλλακτικά παιδιά με περισσή ευαισθησία και στα αυτιά. Και όσοι αρέσκονται στα καθαρά και ατσαλάκωτα θα την κάνουν σιγά, σιγά η το πιο πιθανό αμέσως. Όσοι παραμείνουν ας χαμηλώσουν τα φώτα το πάμε πάλι απ’ την αρχή. Και εκεί υπάρχει κάτι σκούρο και βρώμικο, που κατέχει όμως το κλειδί του ρυθμού, που όλοι από τα θηρία μέχρι τον φίλο μας προστρέχουν για να τον ξεκλειδώσουν.
Όσο ο Βορράς της Ευρώπης κοιμάται βαθιά μέσα στην άκρη της νύχτας του, ένας πιστός του Διόνυσου προσκυνητής συνεχίζει το ταξίδι μέσα στο σκοτάδι, ψάχνοντας για τον επόμενο αγιασμένο τόπο, εκεί που θα δει τον θεό του στην κορυφή οινοπνευματωδών αναθυμιάσεων ξανά να ανατέλλει.
Στην δική του Περιπέτεια ενός Προσκυνητή, τα ιερά μέρη είναι κάτι μπαρ χτισμένα από εμμονές, και διακοσμημένα με το παλιό κλασσικό στυλ της Εποχής της Κόλασης, όπου μέσα από τον καπνό μπορείς αχνά να ξεχωρίσεις θαμώνες σαν τον Johnny Cash να τα πίνει όλη νύχτα με τον Stiv Bators, η και τον Muddy Waters να θρηνεί παρέα τον Howard. Εκεί θα τον βρει κανείς να τραγουδάει τα Voodoo Blues, μάταια νανουρίσματα για ξενυχτισμένους άντρες που αμίλητοι κοιτούν μέσα από τους μαύρους κύκλους των ματιών τους, τους μαύρους κύκλους της ζωής τους.
Αυτός που μένει όμως πάντα τελευταίος να αποχαιρετήσει την αυγή, λίγο πριν αυτή φτάσει είναι ο προσκυνητής μας. Αυτός είναι ο Tex Napalm, αυτός που στέκει στην μακρινή πλευρά τις πιο άγρυπνες και στοιχειωμένες ώρες.