Τους ξεσκόνισα μαζί με τους Gravel, τις μέρες που ψαχούλευα τους δίσκους των Mono Men για το αφιέρωμα. Η σκόνη πάνω στα CD τους θα πρέπει να ‘φτανε ίσα με το ένα δάχτυλο. Στα τέλη των 90’s όμως και για μερικά χρόνια έπειτα, θα τζόγαρα πάνω τους σαν τρελός πρεφαδόρος, ότι αυτοί εδώ είχαν έρθει να πετάξουν με τις κλοτσιές από τον Σουηδικό rock and roll θρόνο τους Hellacopters!
Μερικά singles για ορεκτικό τον πρώτο καιρό, ο πρώτος τους μεγάλος δίσκος το 2000, και ο τελευταίος τρία χρόνια αργότερα, γρήγορο με πολύ νεύρο και τσαμπουκά punk rock, σκληρές (τι άλλο?) κιθάρες, φίνες μελωδίες να κονταροχτυπιούνται με χουλιγκανικά ρεφρέν και την ωραία βραχνάδα του Oswald στη φωνή. Παραπομπές στο μεγάλο του rock λεξικό, οι Stooges οι Radio Birdman οι Nomads οι Hellacopters, οι παλιοί καλοί Bad Religion, αλλά και οι Flamin’ Groovies, τέτοια πράγματα που λέτε…
Στο Refuge for Degenerates το τελευταίο τους, όπως εντελώς απροσδόκητα αποδείχτηκε (το ομώνυμο που κυκλοφόρησε λίγο καιρό μετά δεν πιάνει αφού οι ηχογραφήσεις ήταν παλιές) , η ταχύτητες είχαν πέσει, και αυτή η αμερικάνικη γυαλάδα που κάλυψε και τους Hellacopters στο τέλος, έχει αρχίσει να τρώει σαν σαράκι τον θόρυβο, και την ανόθευτη ενέργεια τους.
Και μετά ξαφνικά και χωρίς εξηγήσεις και δικαιολογίες, αυλαία…
Όπως αφήνουν να εννοηθεί όλα τα παραπάνω οι λεγάμενοι συνήθιζαν και γούσταραν να το σανιδώνουν σε τρίλεπτους γύρους του θανάτου, τύφλα να ‘χουν οι Ramones, αλλά καμιά φορά –σπάνια οφείλουμε να ομολογήσουμε- τους έπιανε μια ακατανίκητη έλξη για ενδοσκόπηση και μινόρε. Μη πάει ο νου σας μακριά, όπως θα ακούσετε στο No Excuses παρακάτω, από τον πρώτο τους ογκόλιθο Mondo Deluxe, απλά ρίχνουν ένα κλικ το κοντέρ, προσθέτουν farfiza (επι σκηνής μια εποχή τους συνόδευε o Henrik Wind των Strollers) και πίσω φωνητικά που βγάζουν την γλώσσα έξω, και μαζί με την μπόλικη πανκοροκάδικη σεβετνίλα, να Λόλα ένας rock and roll ύμνος.
Όσο για τον δεύτερο, το Where the Roads Have No End, δεν μπορώ να μιλήσω αντικειμενικά, μιας που εμφανίστηκε από τους δρόμους του πουθενά ένα πολύ άσχημο καλοκαιρινό βράδυ, εκείνη την χρονιά που βγήκε το Refuge for Degenerates, και κάθισε δίπλα, να πενθεί μαζί μου για μήνες και μήνες, μέχρι που ένιωσε ότι είμαι κάπως καλύτερα. Μετά εξαφανίστηκε εκεί απ’ όπου είχε έρθει, μαζί με τους δημιουργούς του. Από τότε το συναντάω αραιά και που, χωρίς ευτυχώς να υπάρχει εκείνη η παλιά φόρτιση. Αν και είναι στιγμές που η ραχοκοκαλιά μου άλλα λέει…
So...take me down in to the heat, into the sound
So...take me down in to the heat, into the sound