Τρίτη 12 Μαρτίου 2013

Der Trinker


Δεν έχω αναφέρει ποτέ ως τώρα ότι στον κάτω όροφο του ιδρύματος διαμένουν κάμποσοι φυματικοί, άλλοτε σύντροφοί μας, σε απομόνωση. Αυτούς τους ταΐζουν κάπως καλύτερα και δεν τους βάζουν να δουλεύουν, ώσπου να πεθάνουν – εννοείται.
Τους έχουν δώσει κάτι κουπάκια για να φτύνουν μέσα. Καθώς οι κανόνες της απομόνωσης δεν είναι ιδιαίτερα αυστηροί και καθώς εγώ ειδικά έχω το ελεύθερο να κυκλοφορώ όπου θέλω μέσα στο κτίριο, δεν μου είναι δύσκολο να ξεκλέβω πότε πότε κανένα κουπάκι. Καταπίνω το περιεχόμενό του, έχω ήδη κατεβάσει δύο τρία και θα συνεχίσω. Α, όλα κι όλα· δεν θέλω να γεράσω εδώ μέσα, δεν θέλω να ψοφήσω σιγά σιγά. Θέλω να επιλέξω εγώ τον θάνατό μου, σαν ελεύθερος άνθρωπος. Είμαι βέβαιος πως έχω ήδη κολλήσει φυματίωση. Έχω συχνά τσιμπήματα στο στέρνο και βήχω πολύ. Αλλά δεν το λέω σε κανέναν, την κρύβω την αρρώστια, θα φτάσει στο τελευταίο στάδιο, να μην μπορούν με τίποτα να με σώσουν. Ύστερα, όταν θα με βάλουν κι εμένα με τους άλλους αρρώστους και θα ‘ναι κοντά η ώρα μου να πεθάνω, θα ζητήσω να δω τον αρχίατρο και θα του πω: «Κύριε αρχίατρε, σας έβαλα σε πολλούς μπελάδες, είμαι βέβαιος πως έχετε θυμώσει πολύ μαζί μου και δεν θα με συγχωρέσετε ποτέ, που με τη συμπεριφορά μου διέψευσα τη γνωμάτευσή σας κι έτσι διασαλεύθηκε εξαιτίας μου η φήμη σας ως ψυχίατρου στα δικαστήρια. Όμως τώρα που είμαι πια κοντά στον θάνατο, δώστε μου τη συγνώμη σας και κάντε μου μια τελευταία χάρη». Κι εκείνος θα με συγχωρήσει γιατί θα είμαι πια ένας μελλοθάνατος, και σ’ έναν μελλοθάνατο δεν αρνείται κανείς καμία χάρη, κι έτσι θα ρωτήσει ποια είναι αυτή η χάρη που ζητάω. Κι εγώ θα του πω: « Κύριε αρχίατρε, πηγαίνετε στο ιατρείο, παρακαλώ, και φτιάξτε εσείς ο ίδιος για χάρη μου ένα ωραίο σναπς με οινόπνευμα και νερό – ένα πορήρι γεμάτο. Όχι δυνατό, να πέσω αμέσως κάτω σαν την άλλη φορά, φτιάξτε το έτσι που να μου μείνει λιγάκι απόλαυση – η τελευταία!».
Κι εκείνος θα μου κάνει το χατίρι, θα μου φέρει το σναπς και θα πιω ξανά, ύστερα από τόσα χρόνια στέρησης, θα αδειάσω το ποτήρι αργά, γουλιά γουλιά, αργά αργά θα γευτώ την ατελείωτη ευτυχία. Θα είμαι πάλι νέος, θα δω την πλάση να ανθίζει, θα δω όλα τα καλοκαίρια μαζί, ωραία τριαντάφυλλα θα δω, κι όλα τα δροσερά κορίτσια της νιότης μου. Μια απ’ όλες θα έρθει κοντά μου, θα γονατίσει, θα γείρει το ωχρό της πρόσωπο στο δικό μου, θα το σκεπάσει με τα σκούρα μαλλιά της. Το άρωμά της θα με μεθύσει, θ’ ακουμπήσει και τα χείλη της στα δικά μου, δεν θα είμαι πια γέρος κι άσχημος, θα είμαι νεός, ωραίος. Θα με τραβήξει η βασίλισσά μου επάνω της, και θα χαθούμε μαζί στη λήθη αυτή, την αιώνια!
  Αν είναι έτσι η τελευταία μου ώρα, τότε θα πω πως ήταν ευλογημένη η ζωή μου ολόκληρη, και δεν ήταν μάταιος ο πόνος. 

image: Honore Daumier – Billiard Players (The Drinker)
text: Hans Fallada Der Trinker (1950), στα ελληνικά: Ο Πότης, μετάφραση Έμη Βαϊκούση, εκδόσεις Κίχλη 2013. 
music: Fats Domino – Blueberry Hill, 7” single, Imperial Records 1956.