Καθώς είχε στυλώσει το βλέμμα του σε μια τεράστια σκιά που
απλωνόταν ως τις σκοτεινότερες περιοχές της οροφής, είχε ξαφνικά την αίσθηση
πως ήταν τριγυρισμένος από πεθαμένους – ή μάλλον από τις φιγούρες μιας ταινίας
που είχε γυριστεί πριν από πολύ καιρό. Μιλούσαν κι αυτός άκουγε τη φωνή τους,
αλλά η εκφορά των λέξεων είχε γίνει πολλά χρόνια πριν. Δε θα ‘πρεπε ν’ αφεθεί
να πιστέψει ότι μπορούσε να επικοινωνήσει μαζί τους. Κανένας δεν θα τον άκουγε
αν επιχειρούσε να μιλήσει. Ένιωσε τον κρύο πάτο του ποτηριού πάνω στο μπούτι
του όπου το ακουμπούσε· είχε υγράνει το ύφασμα του πανταλονιού του. Με μια
σπασμωδική κίνηση ανασηκώθηκε και ήπιε μια γερή γουλιά. Μακάρι να υπήρχε
κάποιος στον οποίο να μπορούσε να πει: « Πάμε να φύγουμε από δω». Αλλά δεν
υπήρχε κανένας· όλοι βρίσκονταν σ’ έναν άλλον κόσμο, μιλώντας πυρετικά γι’
ασήμαντα πράγματα, επιδοκιμάζοντας ή καταγγέλλοντας, ευχαριστημένος ο καθένας
από τον ήχο που άφηναν οι ιδέες του καθώς μεταβάλλονταν σε λέξεις. Το
οινόπνευμα που έπινε ήταν σαν μια κουρτίνα, που όσο πήγαινε γινόταν πυκνότερη, κι
απλωνόταν μπροστά απ’ το μυαλό απομονώνοντας τον από καθετί που βρισκόταν στην
αίθουσα. Άφηνε απ’ έξω ακόμη και το ίδιο
του το σώμα, όπως τα πρόσωπα γύρω του, όπως οι φλόγες των κεριών και η
χορευτική μουσική, γινόταν όλο και πιο απόμακρο, όλο και πιο ανεξάρτητο. «Που
να πάρει ο διάβολος!» φώναξε ξαφνικά.
text: Paul Bowles – Let it Come Down (1950), στα ελληνικά: Καλώς να πέσει, μετάφραση Λουκάς Θεοδωρακόπουλος, εκδόσεις Απόπειρα 1993.
music: Walkabouts – Pass Me On Over, Setting the Woods on Fire LP, Sub Pop 1994.
text: Paul Bowles – Let it Come Down (1950), στα ελληνικά: Καλώς να πέσει, μετάφραση Λουκάς Θεοδωρακόπουλος, εκδόσεις Απόπειρα 1993.
music: Walkabouts – Pass Me On Over, Setting the Woods on Fire LP, Sub Pop 1994.